Καλωσήρθατε στο προσωπικό μας "ημερολόγιο"!
Αυτός είναι ο χώρος όπου οι υπάλληλοι του Γενικού Χημείου του Κράτους
θα λέμε όλα όσα μας ενδιαφέρουν και μας προβληματίζουν.
Όλα όσα θέλουμε να μοιραστούμε μεταξύ μας!

Τετάρτη 23 Μαρτίου 2022

Παρατηρήσεις σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές του κανονισμού (ΕΕ) 2019/787

 (Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί προσωπική εργασία της υπογράφουσας. Στο κείμενο αυτό καταγράφονται παρατηρήσεις επί του περιεχομένου των κατευθυντηρίων γραμμών, εντοπισμοί γλωσσικών σφαλμάτων, επισημάνσεις ιστορικών στοιχείων, υποβολή ερωτημάτων, πάντοτε στο πλαίσιο κατάθεσης προσωπικών απόψεων, με βάση την ενασχόληση και την εμπειρία στο αντικείμενο των αλκοολούχων ποτών.

     Οι παρατηρήσεις καταγράφονται με αναφορά στην αντίστοιχη παράγραφο και τον τίτλο της, καθώς και στον αριθμό σελίδας της Ανακοίνωσης της Επιτροπής και με ερυθρούς χαρακτήρες. Όταν παρατίθενται αυτούσια κείμενα από την Ανακοίνωση της Επιτροπής, αυτά καταγράφονται με πλάγιους μαύρους χαρακτήρες.)

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Κατευθυντήριεςγραμμές για την εφαρμογή ορισμένων σχετικών με την επισήμανση διατάξεων τουκανονισμού (ΕΕ) 2019/787 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, για τον ορισμό, την περιγραφή, την παρουσίαση και την επισήμανση των αλκοολούχων ποτών, τη χρήση των ονομασιών των αλκοολούχων ποτών στην παρουσίαση και επισήμανση άλλων τροφίμων, την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων για τα αλκοολούχα ποτά, τη χρήση της αιθυλικής αλκοόλης και των προϊόντων απόσταξης γεωργικής προέλευσης σε ποτά με αλκοόλη, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008

(2022/C 78/03-18-2-2022)

 

             Σελίδα 4

            «Πίνακας Περιεχομένων»

3.3.      Μνεία σε αρωματικές ύλες «που μιμούνται» αλκοολούχα ποτά

     Στην αγγλική και ιταλική γλώσσα γράφεται ο όρος “emulate” και  emulare” αντιστοίχως που αντιστοιχεί στον ελληνικό όρο «αμιλλώμαι», ίσως υπάρχει κοινή ετυμολογική καταγωγή. Στην γαλλική γλώσσα, χρησιμοποιείται ο όρος “imiter” που  σημαίνει «μιμούμαι» και «παραποιώ».

     Οι δύο λέξεις «αμιλλώμαι» και «μιμούμαι» έχουν εντελώς διαφορετική έννοια στην ελληνική γλώσσα, καθόσον το «αμιλλώμαι» σημαίνει έναν ανταγωνισμό, αλλά με απόλυτο σεβασμό στους ηθικούς κανόνες («ευγενής άμιλλα»), ενώ το «μιμούμαι» υποδηλώνει ενδεχομένως πρόθεση σφετερισμού.

 

3.4.      Ποτά με χαμηλή/μηδενική αλκοόλη που αναφέρονται σε ονομασίες αλκοολούχων ποτών                    

     Ο όρος που χρησιμοποιείται στην ελληνική νομοθεσία είναι «χωρίς» και όχι «μηδενική».

 

3.5.1.      Όσον αφορά τις «απομιμήσεις» αρωματικών υλών        

     Εδώ χρησιμοποιείται και στην αγγλική και στην ιταλική γλώσσα, ο όρος “imitation” και  imitazione” και όχι οι αντίστοιχοι (των ρημάτων )“emulation” και “emulazione”.

  

1. ΓΕΝΙΚΟΊ ΚΑΝΌΝΕΣ ΕΠΙΣΉΜΑΝΣΗΣ ΓΙΑ ΤΑ ΑΛΚΟΟΛΟΎΧΑ ΠΟΤΑ

 

1.3.      Νόμιμες ονομασίες

Σελίδα 8

Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 του κανονισμού FIC, «η ονομασία του τροφίμου είναι η νόμιμη ονομασία του. Αν δεν υπάρχει τέτοια ονομασία, η ονομασία του τροφίμου είναι η συνήθης ονομασία του ή, αν δεν υπάρχει συνήθης ονομασία ή αν η συνήθης ονομασία δεν χρησιμοποιείται, παρέχεται περιγραφική ονομασία του τροφίμου». Η παράγραφος 4 της ίδιας διάταξης ορίζει ότι «[η] ονομασία του τροφίμου δεν αντικαθίσταται από προστατευόμενη ως πνευματική ιδιοκτησία ονομασία (7), από εμπορική ονομασία ή από συνήθη (fancy) ονομασία».

     Επ’ ευκαιρία, του κειμένου αυτού, είναι σκόπιμο να επισημανθή ένα γλωσσικό λάθος στην ελληνική απόδοση του κανονισμού 1169/2011, όπου η λέξη “fancy” αποδίδεται με την λέξη «συνήθης», η οποία χρησιμοποιείται, και ορθώς, για την απόδοση της λέξης “customary”.  Η χρήση της λέξης αυτής μπορεί να δημιουργήσει ζήτημα παρερμηνείας των διατάξεων, γιατί στην παράγραφο 4 προβλέπεται απαγόρευση αντικατάστασης της νόμιμης από “fancy” , ενώ στην παράγραφο 1 του άρθρου 17 προβλέπεται η χρήση της συνήθους ονομασίας, όταν δεν υπάρχει  νόμιμη.

Επιπλέον, η λέξη “fancy” δεν ερμηνεύεται ως συνήθης στις άλλες γλώσσες, γαλλική και ιταλική, στις οποίες χρησιμοποιούνται αντιστοίχως οι φράσεις “de fantaisie” “di  fantasia”. Στην ελληνική γλώσσα, προτείνεται η λέξη ευφάνταστη”.

 

Σελίδα 9

β) ΠΡΟΑΙΡΕΤΙΚΑ:

#02 - Παραδείγματα επιτρεπόμενης επισήμανσης:

1)    Ένα Cognac μπορεί να διατεθεί στην αγορά ως Cognac ή eau-de-vie de Cognac

2)    Ένα Cassis de Dijon μπορεί να διατεθεί στην αγορά ως Cassis de Dijon ή Creme de Cassis de Dijon

     Στην αγγλική εκδοχή A Cognac may be placed on the market as Cognac or Cognac”

αναφέρεται δύο φορές η λέξη “Cognac” και παραλείπεται η φράση “eau de vie”.

 

1.4.      Όροι που μπορούν να συμπληρώνουν τις νόμιμες ονομασίες

Σελίδα 11-12

 

δ) «την ένδειξη "σύμμειγμα" ("blend"), "σύμμειξη" ("blending") ή "συμμειγμένο" ("blended"), εφόσον το αλκοολούχο ποτό είναι αποτέλεσμα σύμμειξης σύμφωνα με το άρθρο 3 σημείο 11)»·

     Με τα δεδομένα της ελληνικής αγοράς και γλώσσας, οι λέξεις «σύμμειγμα» και «συμμειγμένο» είναι εντελώς απίθανο να χρησιμοποιηθούν για την επισήμανση αλκοολούχου ποτού, διότι αφ’ ενός είναι ακατανόητες στο κοινό, διότι δεν χρησιμοποιούνται στην καθομιλουμένη-δεν υπάρχουν καν στα περισσότερα λεξικά- και αφ’ ετέρου θα λειτουργήσουν απωθητικά από εμπορική σκοπιά. Εάν θελήσει ο παραγωγός να βάλει σχετική επισήμανση, θα προτιμήσει τις αγγλικές λέξεις ‘blend” ,“blended”.

 

ε)   «την ένδειξη "μείγμα", "ανάμειξη" ή "αναμεμειγμένο αλκοολούχο ποτό", εφόσον το αλκοολούχο ποτό είναι αποτέλεσμα ανάμειξης σύμφωνα με το άρθρο 3 σημείο 9)»·

     Ισχύουν τα ίδια με το «σύμμειγμα». Θα προτιμηθεί η αγγλική λέξη “mixed”.

 

στ) «την ένδειξη "ξηρό" ή "dry" [δηλ. στα αγγλικά ή σε οποιαδήποτε άλλη επίσημη γλώσσα της ΕΕ], εφόσον το αλκοολούχο ποτό δεν έχει υποστεί γλύκανση, ακόμη και για τελειοποίηση της γεύσης». Ισχύουν οι ακόλουθες εξαιρέσεις στις εξής περιπτώσεις:

...............

(iii) «αλκοολούχα ποτά που πληρούν τις απαιτήσεις της κατηγορίας 33» (δηλ. λικέρ), τα οποία πρέπει εξ ορισμού να έχουν υποστεί γλύκανση. Ο όρος «ξηρό» ή «dry» μπορεί να συμπληρώσει τη νόμιμη ονομασία ενός λικέρ που «χαρακτηρίζ[ε]ται ιδίως από οξεία, πικρή, πικάντικη, όξινη γεύση ή γεύση εσπεριδοειδών, ανεξάρτητα από το βαθμό γλύκανσης» (αιτιολογική σκέψη 17). Πράγματι, η χρήση του όρου «ξηρό» στην περιγραφή, την παρουσίαση και την επισήμανση των λικέρ δεν είναι πιθανό να παραπλανήσει τον καταναλωτή, δεδομένου ότι τα λικέρ απαιτείται να έχουν μια ελάχιστη περιεκτικότητα σε σάκχαρα προκειμένου να ταξινομηθούν ως τέτοια.

     Παραμένει η επιφύλαξη, κατά πόσον η χρήση  γενικά του όρου «ξηρό» στην επισήμανση του λικέρ δεν ενδέχεται να δημιουργήσει στον καταναλωτή την εντύπωση της απουσίας σακχάρων, δεδομένου ότι ο όρος αυτός έχει ταυτισθή με την πάροδο του χρόνου με την απουσία σακχάρων. Η χρήση του κατωτέρω παραδείγματος “triple sec”, δεν μπορεί να γενικευθή, γιατί αφ’ ενός αφορά έναν συγκεκριμένο τύπο λικέρ γνωστό παλαιόθεν και αφ’ ετέρου συνδυάζεται ως αναπόσπαστος όρος με την λέξη “triple”.

 

 

 

 

1.5.1.    Ονομασία τροφίμου που χρησιμοποιείται στην παραγωγή

 

Σελίδα 15

 

Η ονομασία ενός τροφίμου που έχει χρησιμοποιηθεί στην παραγωγή αλκοολούχου ποτού σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα Ι για μια κατηγορία αλκοολούχων ποτών ή, σε περίπτωση ΓΕ, στον τεχνικό φάκελο/στις προδιαγραφές προϊόντος, μπορεί επίσης να αναφέρεται στην παρουσίαση, την περιγραφή και την επισήμανσή του ως προαιρετική πληροφορία (15).

Πράγματι, όπως θα δούμε στη συνέχεια (βλ. παράγραφο 2.1 κατωτέρω), ο συνδυασμός της νόμιμης ονομασίας ενός αλκοολούχου ποτού με την ονομασία ενός τροφίμου που προβλέπεται/επιτρέπεται στην παραγωγή του δεν θεωρείται σύνθετος όρος σύμφωνα με το άρθρο 3 σημείο 2), στο οποίο ο σύνθετος όρος ορίζεται ως ο συνδυασμός της ονομασίας ενός αλκοολούχου ποτού με (μεταξύ άλλων) «την ονομασία ενός ή περισσοτέρων τροφίμων [...] εκτός τροφίμων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του εν λόγω αλκοολούχου ποτού σύμφωνα με το παράρτημα I [...]».

Η ονομασία τροφίμου/τροφίμων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή αλκοολούχου ποτού μπορεί να αναγράφεται με σκοπό την ενημέρωση του καταναλωτή σχετικά με τις πρώτες ύλες που του προσδίδουν ειδικά οργανοληπτικά χαρακτηριστικά, εφόσον η ένδειξη αυτή είναι αληθής, ακριβής και δεν παραπλανά τον καταναλωτή.

Στην περίπτωση αυτή, η νόμιμη ονομασία εξακολουθεί να είναι η ονομασία που επιτρέπεται στο πλαίσιο της κατηγορίας αλκοολούχων ποτών ή στον τεχνικό φάκελο/στις προδιαγραφές προϊόντος μιας ΓΕ.

#18 - Παραδείγματα επιτρεπόμενης ένδειξης ενός ή περισσότερων κύριων τροφίμων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του αλκοολούχου ποτού:

1)    Αποσταγμένο gin με λυκίσκο                                            — Αποσταγμένο gin με ραβέντι και ζιγγίβερι*

2)    Λικέρ ροδάκινο - Λικέρ καφέ                                            — Κρέμα σοκολάτας (λικέρ)**

3)    Advocaat με καφέ                                                                — Λικέρ αυγών με Speculoos***

* Σύμφωνα με το σημείο 21 στοιχείο α) σημείο i) του παραρτήματος I, αποσταγμένο gin μπορεί να παραχθεί με απόσταξη αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης παρουσία καρπών αρκεύθου και άλλων φυσικών φυτικών προϊόντων, εφόσον υπερισχύει η γεύση των καρπών αρκεύθου. Ως εκ τούτου, οι ονομασίες αυτών των φυσικών φυτικών προϊόντων μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη συμπλήρωση της νόμιμης ονομασίας «αποσταγμένο gin». Άλλα τρόφιμα, τα οποία δεν θεωρούνται φυσικά φυτικά προϊόντα, όπως το «ποπκόρν», δεν επιτρέπεται να συμπληρώσουν τη νόμιμη ονομασία «αποσταγμένο gin» παρά μόνο υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται για τους «σύνθετους όρους».

Σημείωση:το σημείο 20 στοιχείο α) του παραρτήματος I επιτρέπει μόνο τη χρήση καρπών αρκεύθου ως φυσικών φυτικών προϊόντων στην παραγωγή gin. Ως εκ τούτου, η προσθήκη άλλων φυσικών φυτικών προϊόντων σε gin θα πρέπει να επισημαίνεται ως σύνθετος όρος (δηλ. η κατάλληλη νόμιμη ονομασία πρέπει να εμφανίζεται στο ίδιο οπτικό πεδίο).

** Σύμφωνα με το σημείο 33 στοιχείο στ) του παραρτήματος I, με την επιφύλαξη των άρθρων 11 και 12 και του άρθρου 13 παράγραφος 4, η νόμιμη ονομασία «λικέρ» μπορεί να συμπληρώνεται με την ονομασία μιας αρωματικής ύλης ή ενός τροφίμου που προσδίδει το κυρίαρχο άρωμα του αλκοολούχου ποτού, υπό τον όρο ότι το άρωμα προσδίδεται στο αλκοολούχο ποτό με την προσθήκη αρωματικών τροφίμων, αρωματικών παρασκευασμάτων και φυσικών αρωματικών ουσιών, που προέρχονται από την πρώτη ύλη που αναφέρεται στο όνομα της αρωματικής ύλης ή του τροφίμου, και η οποία συμπληρώνεται με αρωματικές ουσίες μόνον όταν αυτό είναι αναγκαίο για την ενίσχυση του αρώματος της εν λόγω πρώτης ύλης.

*** Σύμφωνα με το σημείο 39 στοιχείο γ) και το σημείο 40 στοιχείο γ) του παραρτήματος I, το λικέρ αυγών ή Advocaat και λικέρ με αυγά μπορεί να παράγεται με τη χρήση, μεταξύ άλλων, αρωματικών τροφίμων, όπως ο καφές και τα μπισκότα speculoos.

     Σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή, ο συνδυασμός της νόμιμης ονομασίας του αλκοολούχου ποτού με την ονομασία ενός τροφίμου που προβλέπεται/επιτρέπεται για την παραγωγή του εν λόγω αλκοολούχου ποτού δεν συνιστά σύνθετο όρο, ώστε να υπόκειται στις  περί συνθέτου όρου διατάξεις, αλλά προαιρετική πληροφορία που πρέπει να είναι σύμφωνη με τις γενικές διατάξεις περί μη παραπλάνησης του καταναλωτή.

     Βλέποντας τα παραδείγματα, είναι σαφές ότι επιτρέπεται η αναφορά τροφίμου που επιτρέπεται να χρησιμοποιηθή για την παρασκευή του αλκοολούχου ποτού, γεννάται όμως η απορία, εάν αυτό ισχύει και για τα τρόφιμα, των οποίων η  χρήση είναι αναγκαία για την παρασκευή της συγκεκριμένης κατηγορίας αλκοολούχου ποτού, δεδομένου ότι σ’ αυτήν την περίπτωση, ενδέχεται να υπάρξει μη συμμόρφωση προς την περίπτωση γ της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του καν. 1169/2011, σύμφωνα με την οποία  «Οιπληροφορίεςγια τα τρόφιμα δεν πρέπει να είναι παραπλανητικές, ιδίως: γ) με τον υπαινιγμό ότι το τρόφιμο έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, ενώ στην πραγματικότητα όλα τα παρόμοια τρόφιμα έχουν αυτά τα χαρακτηριστικά, ιδιαίτερα τονίζοντας την παρουσία ή απουσία ορισμένων συστατικών και/ή θρεπτικών ουσιών·».

     Τα παραδείγματα που δίνονται στο κείμενο της Επιτροπής δεν δίνουν σαφή απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα. Όσον αφορά ελληνικά αλκοολούχα ποτά, παρατίθενται δύο χαρακτηριστικές περιπτώσεις:

α) Η ένδειξη «τσίπουρο με γλυκάνισο» ή «τσίπουρο χωρίς γλυκάνισο» είναι αναμφισβήτητα αποδεκτή, δεδομένου ότι ο γλυκάνισος μπορεί να χρησιμοποιηθή ως αρωματική ύλη για την παρασκευή τσίπουρου, αλλά όχι υποχρεωτικά.

β) Από την άλλη πλευρά, γεννάται το ερώτημα εάν η ένδειξη «Ούζο με μαστίχα» είναι εν γένει αποδεκτή δεδομένου ότι η μαστίχα είναι εκ των αναγκαίων πρώτων υλών παρασκευής του Ούζου, ή μπορεί να γίνει αποδεκτή, μόνον όταν χρησιμοποιείται σε τόση ποσότητα που επηρεάζει την γεύση κατά έναν τρόπο ιδιαίτερα αισθητό, του προϊόντος ωστόσο διατηρούντος  τα βασικά οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του ούζου.

 

 

1.6.      Πρώτες ύλες αιθυλικής αλκοόλης ή προϊόντων απόσταξης

 

#19 - Παραδείγματα επιτρεπόμενης επισήμανσης:

 

Σελίδα 16

 

4)    Βότκα (κατηγορία αλκοολούχων ποτών 15)

  α) βότκα η οποία παράγεται αποκλειστικά με τη χρήση αιθυλικής αλκοόλης που λαμβάνεται από τη   ζύμωση σιτηρών μπορεί να φέρει στην περιγραφή, στην παρουσίαση και στην επισήμανσή της την προαιρετική ένδειξη «Βότκα από σιτηρά»

β) βότκα η οποία παράγεται αποκλειστικά με τη χρήση αιθυλικής αλκοόλης που λαμβάνεται από τη ζύμωση σιτηρών και πατατών μπορεί να φέρει στην περιγραφή, στην παρουσίαση και στην επισήμανσή της την προαιρετική ένδειξη «Βότκα από σιτηρά και πατάτες»*

* Σύμφωνα με το σημείο 15 στοιχείο στ) του παραρτήματος I του SDR, η περιγραφή, παρουσίαση ή επισήμανση της βότκας που δεν παράγεται αποκλειστικά από πατάτες ή σιτηρά ή από αμφότερα φέρει εμφανώς την ένδειξη «παρήχθη από...» και συμπληρώνεται με το όνομα των πρώτων υλών που χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή της αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης. Η ένδειξη αυτή εμφανίζεται στο ίδιο οπτικό πεδίο με τη νόμιμη ονομασία.

    -Πριν την έκδοση των οδηγιών αυτών, η προσέγγιση που προέκυπτε από την σχετική διάταξη του κανονισμού ήταν ότι η βότκα κατά κανόνα είναι από δημητριακά ή/και πατάτες, οπότε σ’ αυτήν την περίπτωση  δεν απαιτείται διευκρίνιση για την προέλευση των πρώτων υλών. Αντιθέτως, η προέλευση από άλλες πρώτες ύλες αντιμετωπιζόταν ως εξαίρεση και γι’ αυτό έπρεπε να φέρει την αντίστοιχη επισήμανση. Με την ως άνω προσέγγιση, προκύπτει ότι και στην περίπτωση που οι πρώτες ύλες είναι σιτηρά ή/και πατάτες, μπορεί να αναγράφεται η προέλευση των πρώτων υλών, αλλά όχι υποχρεωτικά.

     - Από την ανωτέρω προσέγγιση, προκύπτει ότι μπορούν να αναγράφονται και αναλυτικά τα είδη των σιτηρών από τα οποία προέρχεται η αιθυλική αλκοόλη, π..χ. «βότκα από σιτάρι»

 

2. ΣΥΝΘΕΤΟΙ ΟΡΟΙ

Σελίδα 19

#21 - Παραδείγματα επιτρεπόμενων σύνθετων όρων:

1)    Scotch Whisky με μέλι - Scotch Whisky και Μέλι*

2)    Gin και tonic - Whisky & κόκα κόλα - Ρούμι με καρύδα*

3)    Στέμφυλα σταφυλής με κανέλα και κακάο*

     Γλωσσικό σφάλμα στο παράδειγμα 3: Η ορθή ονομασία είναι «απόσταγμα στεμφύλων σταφυλής» και όχι «στέμφυλα σταφυλής»

4)    Λικέρ brandy**

     Η έκφραση αυτή (απόδοση στην ελληνική του Brandy Liqueur) δεν μπορεί να λειτουργήσει στην ελληνική γλώσσα, όπου είναι κατανοητός μόνον ο συνδυασμός του όρου «λικέρ» με ένα άλλο τρόφιμο ή αρωματική ύλη (εκτός αλκοολούχου ποτού)  π.χ. λικέρ κανέλα.

 

Σελίδα 20

Σημείωση:Για παράδειγμα, ένα ρούμι που περιέχει γλυκαντικές ύλες σε ποσότητα που υπερβαίνει το επιτρεπόμενο όριο των 20 γραμμαρίων ανά λίτρο, με αποτέλεσμα να μην είναι πλέον ρούμι αλλά πρέπει να φέρει τη νόμιμη ονομασία «αλκοολούχο ποτό», δεν μπορεί να φέρει τον σύνθετο όρο «ρούμι με ζάχαρη» ή «ρούμι με ζάχαρη από ζαχαροκάλαμο». Εάν προστεθούν άλλα τρόφιμα που δεν επιτρέπονται βάσει της κατηγορίας 1 του παραρτήματος I, ο όρος ρούμι μπορεί να εμφανίζεται σε σύνθετο όρο, όπως «ρούμι και μπαχαρικά». Εάν όχι, το προϊόν που προκύπτει θα πρέπει να επισημαίνεται π.χ. ως «αλκοολούχο ποτό με ζάχαρη από ζαχαροκάλαμο» (προκειμένου να υποδειχθεί ότι έχει προστεθεί ζάχαρη σε αυτό) ή ως «αλκοολούχο ποτό με βάση ζάχαρη από ζαχαροκάλαμο» (προκειμένου να υποδειχθεί ότι η ζάχαρη αποστάχθηκε για την παραγωγή του αλκοολούχου ποτού το οποίο, ωστόσο, δεν πληροί άλλες παιτήσεις παραγωγής για το ρούμι).

 

     Είναι σαφές ότι η νόμιμη ονομασία του ως άνω ποτού πρέπει να είναι «αλκοολούχο ποτό». Γεννάται ωστόσο το ερώτημα, σε ποιά συγκεκριμένη διάταξη του κανονισμού εδράζεται η απαγόρευση της ένδειξης «ρούμι με ζάχαρη», και στην περίπτωση αυτή πώς μπορεί να δηλωθεί ότι η προέλευση της αλκοόλης είναι από ρούμι;

 

3. ΜΝΕΙΕΣ

Σελίδες 24-37

 

     Από την σελίδα 24 έως την σελίδα 37, οι κατευθυντήριες γραμμές ασχολούνται με την χρήση της μνείας στην επισήμανση των αλκοολούχων ποτών. Αυτό και μόνο αρκεί για να καταδείξει την πολυπλοκότητα της εν λόγω νομοθεσίας, πολυπλοκότητα, την οποία δεν κατορθώνουν να επιλύσουν απολύτως επαρκώς οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές. Γίνεται μια προσπάθεια να συγκεραστούν οι πρακτικές της παραγωγής αλκοολούχων ποτών με την αποφυγή παραπλάνησης του καταναλωτή και την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων.

     Ωστόσο, παραμένουν βασικά ερωτήματα, όπως:

-πώς μπορεί στην πράξη να διαχωριστεί ο σύνθετος όρος από την μνεία, όταν εμπλέκονται πολλές γλώσσες με διαφορετικές εκφράσεις;

-ποιά είναι η πραγματική ισχύς της «σύστασης» που αναφέρεται αρκετές φορές, όταν πρόκειται για εφαρμογή της νομοθεσίας, η οποία πρέπει να ερείδεται σε σαφείς διατάξεις, πολλώ δε μάλλον, όταν πρόκειται για περιοριστικούς όρους, όπως η απαγόρευση ενδείξεων;

-Πώς θα γίνει συνεννόηση μεταξύ των Κρατών-Μελών για τις ενδείξεις που σχετίζονται με εθνικές διατάξεις, όπως π.χ. για τις γεωγραφικές αναφορές;   (Επ’ ευκαιρία, είναι προσβάσιμοι στο κοινό οι τεχνικοί φάκελλοι για τις γεωγραφικές ενδείξεις σε μια γλώσσα διεθνώς κατανοητή, όπως π.χ. η αγγλική;)

-Ποιά Αρχή θα έχει την ευθύνη για την απόδοση των όρων αυτών στις άλλες γλώσσες; η Αρχή του Κράτους-Μέλους παραλαβής, οι Υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής;

 

     Μια περίπτωση που αξίζει να αναφερθή ως παράδειγμα είναι η υποχρέωση αναγραφής του σύνθετου όρου και της μνείας στο ίδιο οπτικό πεδίο με τη νόμιμη ονομασία, υποχρέωση που θεσπίστηκε με τους κανονισμούς 1334 και 1335//2021. Το 2011, η αρμόδια Διεύθυνση του Γενικού  Χημείου του Κράτους είχε εκφράσει την αντίρρησή  της για την επισήμανση λικέρ που ερχόταν από χώρα της Ε.Ε. και είχε ξενόγλωσση επισήμανση που αντιστοιχούσε στην φράση «ρούμι αρωματισμένο με καρύδα» κατά τρόπον, ώστε να είναι κυρίαρχη η ένδειξη αυτή, ενώ η επωνυμία πώλησης λικέρ ήταν στην «πίσω» ετικέτα με τρόπο πολύ λιγότερο εμφανή.

     Στο ερώτημα που απηύθυνε η Υπηρεσία στην Επιτροπή εισέπραξε την απάντηση ότι εφ’ όσον η επίμαχη φράση δεν ήταν στο ίδιο οπτικό πεδίο με τον αλκοολικό τίτλο και την ονομαστική ποσότητα δεν μπορούσε να εκληφθή ως επωνυμία πώλησης και ως εκ τούτου δεν εμπεριείχε την πιθανότητα παραπλάνησης του καταναλωτή, συνεπώς αντιμετωπιζόταν ως σύμφωνη με τη νομοθεσία.

   Είναι προφανές ότι η θέσπιση των δύο ως άνω κανονισμών μετά από 10 έτη, αποτελεί απόδειξη της ορθότητας της προσέγγισης της εθνικής Αρχής της χώρας μας.

 

3.4.      Ποτά με χαμηλή/μηδενική αλκοόλη που αναφέρονται σε ονομασίες αλκοολούχων ποτών.

 

Σελίδες 37-39

 

     Η προσέγγιση που επιχειρείται όσον αφορά το σχετικό θέμα λαμβάνει ως βασική προϋπόθεση ότι η ονομασία ενός αλκοολούχου ποτού είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την περιεκτικότητά του σε αλκοόλη, συνεπώς η απουσία αλκοόλης σηματοδοτεί την οριστική αλλαγή ταυτότητας του ποτού. Αυτό δεν ισχύει για όλα τα ποτά με αλκοόλη, δεδομένου ότι και για την μπύρα και για τον οίνο, διατηρείται η χρήση της ονομασίας αυτής και στις περιπτώσεις προϊόντων χωρίς αλκοόλη, σύμφωνα και με το ενωσιακό θεσμικό πλαίσιο για τον οίνο και και με το εθνικό για την μπύρα.

     Το ζήτημα αυτό άπτεται πολλών θεμάτων, γλωσσικών, εννοιολογικών, ιστορικών που δεν μπορούν να λυθούν προς το παρόν τελεσίδικα με νομοθετικές ρυθμίσεις, δεδομένης της νεωτερικότητας των προϊόντων αυτών, αλλά με την εξέλιξη της πραγματικότητας, η οποία βεβαίως επηρεάζεται και από τη νομοθεσία.

     Ενδεικτικά, υπενθυμίζεται ότι στην δεκαετία του 90, όταν συζητείτο ο κανονισμός 1576/89, είχε υποστηριχθή από εκπρόσωπο της ελληνικής πλευράς ότι το τσίπουρο/τσικουδιά δεν μπορεί να αποτελέσει αυτό καθ’ αυτό γεωγραφική ένδειξη, διότι η ονομασία του σχετίζεται άμεσα με την πρώτη ύλη, από την οποία προέρχεται το ποτό. Έτσι, μόνον σύνθετες γεωγραφικές ενδείξεις του Τσίπουρου/Τσικουδιάς καταχωρίστηκαν τότε στον κανονισμό 1576/89. Η θέση αυτή υποστηρίχθηκε και αργότερα στην δεκαετία του 2000, κατά την καταχώριση των Γ.Ε. στον κανονισμό 110/2008. Η ορθότητα της θέσης αυτής ήταν συζητήσιμη, δεδομένου ότι η στενή γλωσσική σχέση μεταξύ πρώτων υλών και προϊόντων είναι ένα καθολικό φαινόμενο, το οποίο επιβεβαιώνεται και από μια απλή αναδρομή στις διάφορες ευρωπαϊκές γλώσσες.

     Η ως άνω άποψη δεν έγινε τελικά αποδεκτή, και στον κανονισμό 110/2008, καταχωρίστηκε ως Γ.Ε. το Τσίπουρο/Τσικουδιά, χωρίς συμπληρωματική ένδειξη και ορθώς, όπως αποδεικνύει η μεταγενέστερη εξέλιξη.

 

Καλαμάτα, 21 Μαρτίου 2022

Αλεξάνδρα Σκορδάκη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου