Καλωσήρθατε στο προσωπικό μας "ημερολόγιο"!
Αυτός είναι ο χώρος όπου οι υπάλληλοι του Γενικού Χημείου του Κράτους
θα λέμε όλα όσα μας ενδιαφέρουν και μας προβληματίζουν.
Όλα όσα θέλουμε να μοιραστούμε μεταξύ μας!

Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2014

Το χρονικό μιας ατέρμονος ποσόστωσης


      Γεννήθηκε στη δεκαετία του 1950 στην Αθήνα. Παιδί μιας λαϊκής οικογένειας που ανήκε στο χώρο της Αριστεράς (< 10% του πληθυσμού). Οι βασικές αρχές, με τις οποίες μεγάλωσε, ήταν εργατικότητα και εντιμότητα. Απέρρεαν, άλλωστε, από το «ήθος της Αριστεράς» που πρέσβευε η οικογένεια. Αυτό το  ήθος που λειτουργούσε και ως σωσσίβιο, γιατί το αναγνώριζαν και οι πολιτικά αντίπαλοι κρατούντες.

     Στο Δημοτικό μπορεί να πήγαινε με μπαλωμένα ρούχα, αλλά αρίστευε σε όλες τις τάξεις, που αριθμούσαν αρκετές δεκάδες μαθητών και μαθητριών (<10 % του συνόλου της τάξης).

    Το Γυμνάσιο το πέρασε μέσα στη χούντα. Οι ασφαλίτες ήσαν τακτικοί επισκέπτες στο σχολείο, οι καθηγητές είτε εμφορούνταν από προσήλωση στο καθεστώς είτε πιέζονταν απ’ αυτό, ωστόσο, συνέχιζε να αριστεύει (<<10% του συνόλου της τάξης).

     Η μεταπολίτευση ήλθε πάνω στις εξετάσεις για το Ακαδημαϊκό. Ήθελε να γίνει χημικός από μικρό παιδί για να συμμετάσχει στις ανακαλύψεις που βελτίωναν τον κόσμο. Έπρεπε να περάσει στην Αθήνα, γιατί θα απαιτούνταν υπέρμετρες οικονομικές θυσίες από την οικογένεια, εάν περνούσε σε άλλη πόλη. Τότε, το  Χημικό Αθηνών ήταν περιζήτητη σχολή, με βάση ψηλότερη από κάθε άλλη σχολή στην κατεύθυνση των Θετικών Επιστημών. Πέρασε με την πρώτη (<10% του συνόλου των υποψηφίων) και με σειρά που εξασφάλιζε υποτροφία εισαγωγής (< 10% του συνόλου των επιτυχόντων).

     Μέσα στο Πανεπιστήμιο αναμίχθηκε ενεργά στο φοιτητικό κίνημα (βοηθούσε και η εποχή, βλέπετε). Εκαλείτο να επαληθεύσει το σύνθημα «πρώτοι στα μαθήματα, πρώτοι στους αγώνες», το οποίο ήταν δύσκολο πολύ, γιατί και οι βαθμοί δεν απέρρεαν πάντοτε λογικά από την προσπάθεια και οι «αγώνες» δεν άφηναν πολύ χρόνο για μελέτη. Κατάφερε, ωστόσο, να μάθει τόσα, ώστε να πάρει το πτυχίο με βαθμό πάνω από 7 (< 10% επί του συνόλου των φοιτητών του έτους).

     Πτυχιούχος πλέον αναζήτησε εργασία τη δεκαετία του ’80. Μέχρι τότε, παρά τις αντίξοες συνθήκες, σε γενικές γραμμές είχε βιώσει ότι η προσπάθεια και η ικανότητα στέφονται από μια αναγνώριση που εκφραζόταν με την «αριστεία». Τώρα, στην αληθινή ζωή τα πράγματα παρουσιάζονταν διαφορετικά. Στον ιδιωτικό τομέα, ζητούσαν προϋπηρεσία, γνωριμίες, υπεισέρχονταν στην προσωπική ζωή και απόψεις.  Στο δημόσιο τομέα, όλοι διορίζονταν με βάση το ρουσφέτι, το οποίο απέρριπτε ασυζητητί.

     Ξεκίνησε να κάνει διδακτορικό, που το έβλεπε ως πρόκληση να εμβαθύνει τη γνώση σε πεδία πρωτόγνωρα και μαγευτικά. Τη δεκαετία του ’80, το διδακτορικό στην Ελλάδα ήταν άθλος και αυτοί που το αποτολμούσαν, σκαπανείς. Γιά άλλη μια φορά, διαπίστωσε πως πέρα από την αξία, έπαιζαν σημαντικό ρόλο και άλλοι παράγοντες, όπως προσωπικές και κομματικές σχέσεις. Παρ’ όλα αυτά, μετά από χρόνια ολόψυχης αφοσίωσης το πήρε το διδακτορικό με άριστα παμψηφεί  και βρέθηκε να συγκατελέγεται στους διδάκτορες χημικούς (< 10% επί του συνόλου των χημικών).

     Περίπου τότε, προκηρύχτηκε διαγωνισμός στο Γενικό Χημείο του Κράτους. Βρήκε την ευκαιρία πολύ ελκυστική. Ο διαγωνισμός εξασφάλιζε την αξιοπρέπεια και η σκέψη ότι θα συνέβαλε στον έλεγχο της ποιότητας της ζωής των ανθρώπων μέσω της εργασίας ήταν ιδιαιτέρως ελκυστική, όπως άλλωστε και ο μισθός. Πέρασε στις εξετάσεις, όπου το ποσοστό επιτυχίας ήταν < 5%.

     Ως υπάλληλος του Γ.Χ.Κ. κλήθηκε να μάθει νέες τεχνολογίες που δεν τις είχε κάν αγγίξει πρίν. ΄Εμαθε να χειρίζεται Η/Υ, να εφαρμόζει στατιστικές μεθόδους, να ερμηνεύει και να εφαρμόζει νομοθεσία βιώνοντας μια συνεχή διαδικασία αυτο-επιμόρφωσης. Μέσα στο Γ.Χ.Κ. γνώρισε και συνεργάστηκε με ικανούς και έντιμους συναδέλφους, αντιμετώπισε, όμως, και αρκετούς ανάξιους επηρμένους. Δεν είχαν όλοι περάσει με διαγωνισμούς τόσο επιλεκτικούς. Αρκετοί προέρχονταν από μετατάξεις, τις οποίες ώφειλαν σε πελατειακές σχέσεις με πολιτικούς. Οι προϊστάμενοι ορίζονταν με κριτήριο την αρχαιότητα. Αυτό δεν το εύρισκε και τόσο αξιοκρατικό, αλλά ήταν συμβατό με μια «φυσική» πορεία.

     Σιγά-σιγά η αρχαιότητα αντικαταστάθηκε από τις κρίσεις των Υπηρεσιακών Συμβουλίων. Την αρχική ελπίδα διαδέχθηκε η απογοήτευση. Τα κριτήρια που κυριάρχησαν ήσαν οι προσωπικές σχέσεις, τα κομματικά μέσα. Ανέρχονταν κυρίως «επίχρυσες μετριότητες» στην καλύτερη περίπτωση και «τενεκέδες ξεγάνωτοι» στην χειρότερη. Οι ελάχιστες εξαιρέσεις των αρίστων επιβεβαίωναν τον κανόνα, αν και ακόμα και σ’ αυτές δεν έλειπαν εντελώς τα «άλλα» κριτήρια.

     Κάποια στιγμή, η κατάσταση έδειχνε να βελτιώνεται με τη θεσμοθέτηση των «μορίων». Δεν ήταν ακριβώς αξιοκρατικά, αλλά τουλάχιστον ήσαν αρκετά αντικειμενικά. Η εφαρμογή τους καθυστέρησε πολύ, αλλά κάποτε έγινε. Βέβαια επωφελήθηκαν και αυτοί που είχαν αναλάβει θέσεις με τον προηγούμενο τρόπο,  το Υπηρεσιακό Συμβούλιο έπαιξε στο περιθώριο που είχε. Ωστόσο, όντας σε ποσοστό< 10% όσον αφορά τα μόρια, μπορούσε να ζητήσει και να αποδεχθεί την επιλογή σε θέση ευθύνης, χωρίς να το χρωστά σε κανέναν.

     Και τώρα που βαδίζει την 6η δεκαετία της ζωής μαθαίνει ότι θα βαθμολογηθεί όχι με βάση την απόδοση και το ήθος, αλλά στα πλαίσια μιάς προκαθορισμένης ποσόστωσης, πώς κάποιοι θα κληθούν να αποφασίσουν το ποσοστό, στο οποίο πρέπει να καταταγεί.

Και αναρωτιέται, αυτοί που κατασκευάζουν αυτά τα νομοθετήματα με ποιές ποσοστώσεις έχουν επιλεγεί;

-Του γόνου της πλούσιας οικογένειας του πολιτικού κατεστημένου;

-Του ανθρώπου που δεν έχει δουλέψει ποτέ στη ζωή του;

-Του ανθρώπου που τη θέση του οφείλει στις δημόσιες και ιδιωτικές σχέσεις του ιδίου και της οικογενείας του;

Μαθαίνει ακόμη πως η επιλογή των προϊσταμένων θα γίνει από έναν άνθρωπο, χωρίς διαυγή ή διαυγασμένα κριτήρια. Και αναρωτιέται ποιά ποσόστωση θα ισχύσει;

-Του κομματικού πελάτη;
-Του αυλοκόλακα;
-Του συκοφάντη;
-Του πιστού δούλου;
Βαρέθηκε πιά! Μια ζωή να περνά από αλεπάλληλες ποσοστώσεις, σαν διαδοχικές διηθήσεις με φίλτρα όλο και μικρότερων πόρων.

Βαρέθηκε να βλέπει γύρω της να επιπλέουν οι φελλοί (και κάτι άλλο) και οι ικανοί και σεμνοί συνάδελφοι να αντιμετωπίζονται αιωνίως ως υπαλληλίσκοι.

Αντιμετωπίζει πια το δίλημμα:
-Να συνεχίσει να δουλεύει στίβοντας το μυαλό και βάζοντας όλη τη ψυχή, συχνά πέραν του ωραρίου και εις βάρος της προσωπικής ανάπαυσης, με μοναδική ανταμοιβή την αξιοπρέπεια και την αίσθηση της εκπλήρωσης του χρέους;
-Ή να αποστασιοποιηθεί και να εργάζεται πλέον, ευσυνείδητα μεν, αλλά τυπικά, χωρίς κατάθεση ψυχής, με όφελος την ηρεμία και τη γαλήνη;

Πάντως, η τρίτη επιλογή, να αρχίσει δηλαδή να φέρεται ως φρόνιμο μέλος του συστήματος για να αρέσει στους κρατούντες, δεν παίζει. Είναι πολύ αργά πιά! Ούτε θέλει ούτε μπορεί να χάσει τη ψυχή για να κερδίσει μια θέση στα «εκλεκτά ποσοστά».

Η σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού



Υ.Γ.  Η αφήγηση βασίζεται σε αληθινή ιστορία. Κάθε ομοιότητα με πραγματικά πρόσωπα και καταστάσεις, δεν αποτελεί σύμπτωση.

3 σχόλια:

  1. Και... κάπως έτσι τελειώνει ένα παραμύθι,φίλε,το παραμύθι του καθενός μας, αλλά και το όνειρο να αλλάξει τον κόσμο! Χαίρομαι που επιτέλους έσπασε η ένοχη σιωπή και αναπτύσσεται ένας υγιής προβληματισμός που, δεν είναι δυνατόν, κάπου θα βάλει φρένο στους καιροσκόπους. Όταν κάποτε μιλούσα και αγωνιζόμουν για αξιοκρατία στο ΓΧΚ ένοιωθα απελπιστικά μόνη. Κανείς δεν γνώριζε τίποτα για τις "συμφωνίες κυρίων" και το μοίρασμα των θέσεων στο βωμό των κομματικών ισορροπιών. Δικαιοσύνη, φιλότιμο, αξιοκρατία, λέξεις κενές περιεχομένου, ώσπου ήλθε το τέλμα. Φοβάμαι ότι πάλι θα επιπλεύσουν οι "φελλοί" γιατί όταν οι άλλοι εργάζονται αυτοί επεξεργάζονται το επόμενο σχέδιο αναρρίχησης... Ας είναι, όμως, όταν γίνουν πολλοί οι έντιμοι, τότε ίσως η αξιοκρατία και η δικαιοσύνη να μην ξαναπεράσουν από τις κομματικές αυλές και οι Υπάλληλοι θα δηλώνουν "υποταγή" στο συμφέρον της χώρας και των πολιτών και όχι στους κομματικούς εντεταλμένους.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Αγαπητή Χαρίκλεια,
      έχεις δίκηο όταν λές ότι κάπως έτσι τελειώνει το όνειρο του καθενός μας να αλλάξει τον κόσμο. Ωστόσο, θέλω να πιστεύω ότι αυτό που τελειώνει είναι η ψευδαίσθηση ότι μπορείς να πείσης όλους γύρω σου να συμμερίζονται τη ματιά σου πάνω στα πράγματα. Η προσπάθεια όμως να συμβάλλης στο να γίνεται καλύτερος ο κόσμος, όπως εσύ τον βλέπεις, δεν σταματά. Απλώς η ωριμότητα που έρχεται με τα χρόνια, σου επιτρέπει να βλέπης τα πράγματα με μεγαλύτερη υπομονή και να αγωνίζεσαι χωρίς μεγάλες προσδοκίες.
      Όταν λοιπόν έχεις ως στόχο το να είσαι άριστος (και όχι αρεστός), συνειδητοποιείς αργά ή γρήγορα ότι αυτός ο αγώνας δεν έχει ως ανταμοιβή ούτε χρήμα ούτε αξιώματα, γιατί προϋποθέτει προσήλωση σε κάποιες αξίες που δεν εξαργυρώνονται με κίβδηλα νομίσματα. Έχει όμως ως ανταμοιβή, την εκτίμηση εκείνων των ανθρώπων, ολίγων, αλλά υπαρκτών, που μετράνε τα πράγματα με αληθινές αξίες.
      Πόσοι και ποιοί (εκτός των ευνοημένων) θυμούνται τους Γενικούς και Ειδικούς που έχουν περάσει κατά καιρούς από το Γ.Χ.Κ. και μάλιστα με θετικό τρόπο; Εσένα, όμως, Χαρίκλεια, σε θυμούνται πολλοί με εκτίμηση και σεβασμό. Εγώ, π.χ. σε θυμάμαι, όταν από την Καλαμάτα μιλούσαμε στο τηλέφωνο για τις αναλύσεις του μελιού, σε θυμάμαι, όταν έκανες μια από τις πιο αξιοσημείωτες τοποθετήσεις στη Γ.Σ του Συλλόγου μας πριν από λίγα χρόνια.
      Ίσως, λοιπόν, το όνειρο να συνεχίζεται, όσο ζούμε, και καμμιά φορά και μετέπειτα.

      Διαγραφή
  2. Συμφωνώ με το σχόλιο της κ. Κούρτη .
    Και βέβαια το φαινόμενο της αναξιοκρατίας και της άδικης μεταχείρισης των υπαλλήλων δεν γεννήθηκε σήμερα.
    Λίγη αυτοκριτική απο όλους μας δεν κάνει κακό....
    Αραγε συνάδελφοι χημικοί του Γενικού Χημείου αναρωτηθήκατε ποτέ , με ποιά αξιοκρατία απολαμβάνατε υπερδιπλάσιες αποδοχές απο τους χημικούς άλλων υπουργείων ?
    Και όχι μόνο εσείς αλλά και ο τελευταίος υπάλληλος του Υπουργείου Οικονομικών?
    Ετσι για να μην αγανακτούμε σήμερα που αδικούμαστε εμείς, ενώ για τους άλλους δεν μας ενοχλούσε.
    Η δικαιοσύνη και ευτυχία για τον καθένα, περνά μέσα και απο την ευτυχία και τη δικαιοσύνη όλων.
    ΤΜ

    ΑπάντησηΔιαγραφή