3 Φεβρουαρίου 2021
Η παρούσα εργασία αποτελεί επικαιροποίηση της εργασίας που αφορούσε την γλώσσα αναγραφής της ένδειξης της επωνυμίας πώλησης των αλκοολούχων ποτών (η οποία είχε δημοσιευθεί στα Χημικά Χρονικά,Τεύχος 6, Τόμος 79, Ιούλιος-Αύγουστος 2017) και διαμορφώθηκε κατόπιν συνεργασίας με τον συνάδελφο κ. Νίκο Ζούλη, τον οποίο ευχαριστώ για τις πολύτιμες παρατηρήσεις και διορθώσεις του.
Η επικαιροποίηση αυτή κρίνεται σκόπιμη
δεδομένης της κατάργησης του κανονισμού (ΕΚ) 110/2018 για τα αλκοολούχα ποτά
και της αντικατάστασής του από τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/787, του οποίου
επίκειται η εφαρμογή, στις 25 Μαΐου 2021.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) αποτελείται από μια πλειάδα χωρών που έχουν πολλά κοινά πολιτικά, κοινωνικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά, αλλά και πολλές διαφορές στους ίδιους αυτούς τομείς. Μια από τις θεμελιώδεις διαφορές εκφράζεται με την γλωσσική πολυμορφία, δεδομένου ότι οι επίσημες γλώσσες των Κρατών-Μελών είναι 24, όπως καταγράφονται στον ιστότοπο της Ε.Ε.
Η Ε.Ε. έχει κάνει τη θεμελιώδη επιλογή να
αποδίδεται η νομοθεσία της σε όλες αυτές τις γλώσσες των Κρατών-Μελών και όχι
να εκδίδεται σε μια συγκεκριμένη γλώσσα, η οποία θα αποτελούσε την επίσημη «κοινή»
γλώσσα της Ένωσης. Γίνεται αμέσως αντιληπτό πόσο δύσκολο είναι αυτό το έργο που
καλείται να συγκεράσει το σεβασμό στη διαφορετικότητα των Κρατών-Μελών, αλλά
και να διασφαλίσει την ισοδυναμία και την ορθή απόδοση των όρων στις διάφορες
γλώσσες.
Ένα παράδειγμα της πολυπλοκότητας και της
δυσκολίας αυτού του έργου αποτελεί το πεδίο της νόμιμης ονομασίας (legal name) στον τομέα των αλκοολούχων ποτών, όπου
πρέπει αφ’ ενός να επιτευχθεί η πλήρης
και ορθή ενημέρωση του καταναλωτή για
την ταυτότητα του προϊόντος και αφ’ ετέρου να διασφαλισθεί ο παραδοσιακός χαρακτήρας των αλκοολούχων ποτών που
αποτυπώνεται σε μεγάλο βαθμό στην ονομασία τους.
Νομοθετικό πλαίσιο
Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/787 του
Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «για τον ορισμό, την περιγραφή, την παρουσίαση
και την επισήμανση των αλκοολούχων ποτών, τη χρήση των ονομασιών των
αλκοολούχων ποτών στην παρουσίαση και επισήμανση άλλων τροφίμων, την προστασία
των γεωγραφικών ενδείξεων για τα αλκοολούχα ποτά, τη χρήση της αιθυλικής
αλκοόλης και των προϊόντων απόσταξης γεωργικής προέλευσης σε ποτά με αλκοόλη,
και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008», ο όρος
«επωνυμία πώλησης» (sales
denomination) αντικαθίσταται
από τον όρο «νόμιμη ονομασία» (legal
name) σε ευθυγράμμιση
προς τον αντίστοιχο ορισμό που δίνεται στον κανονισμό (EE) 1169/2011.
Οι όροι αναγραφής της νόμιμης ονομασίας καθορίζονται στο άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/787. Στο Παράρτημα Ι του κανονισμού αυτού καταγράφονται οι κατηγορίες των αλκοολούχων ποτών και καθορίζονται οι νόμιμες ονομασίες που κατά κανόνα ταυτίζονται με το όνομα της κατηγορίας και ενίοτε περιέχουν κάποιες συμπληρωματικές ενδείξεις. Εάν ένα αλκοολούχο ποτό πληροί τις προδιαγραφές μιας συγκεκριμένης κατηγορίας, φέρει αυτήν την νόμιμη ονομασία, ενώ, εάν δεν πληροί τις προδιαγραφές καμίας κατηγορίας, φέρει την νόμιμη ονομασία «αλκοολούχο ποτό».
Η νόμιμη
ονομασία του αλκοολούχου ποτού μπορεί να αναγράφεται σε μια ή περισσότερες από
τις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως καταδεικνύεται από μια σειρά
ειδικών αναφορών στον κανονισμό 2019/787, στο πλαίσιο του σεβασμού της
ποικιλίας επίσημων γλωσσών και αλφαβήτων στην Ένωση, όπως αναφέρεται και στο
στοιχείο 5 του προοιμίου του κανονισμού, με ορισμένες εξαιρέσεις σύμφωνα με το
άρθρο 15, ως κατωτέρω:
«Άρθρο
15
Γλώσσα που
χρησιμοποιείται για τις ονομασίες των αλκοολούχων ποτών
1. Οι όροι που αναγράφονται με πλάγιους
χαρακτήρες στα παραρτήματα I και ΙΙ και οι γεωγραφικές ενδείξεις δεν
μεταφράζονται ούτε στις ετικέτες ούτε στην περιγραφή και παρουσίαση του
αλκοολούχου ποτού.
2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1,
στην περίπτωση αλκοολούχων ποτών που παράγονται στην Ένωση και προορίζονται για
εξαγωγή, οι όροι που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και γεωγραφικές ενδείξεις
μπορούν να συνοδεύονται από μεταφράσεις, μεταγραφές ή μεταγραμματισμούς, υπό
την προϋπόθεση ότι δεν αποκρύπτονται αυτοί οι όροι και οι γεωγραφικές ενδείξεις
στη γλώσσα του πρωτοτύπου».
Στα πλαίσια του σεβασμού της ελληνικής
γλώσσας και της πληρέστερης ενημέρωσης του καταναλωτή, η εθνική νομοθεσία της
Ελλάδος ήδη προβλέπει [σχετ. παράγραφος 4
του άρθρου 7 της υπ’ αριθ. 30/077/2131/2011 απόφασης Υπουργού
Οικονομικών «Παραγωγή και διάθεση αλκοολούχων ποτών» (ΦΕΚ Β’ 1946)] ότι «στην επισήμανση των αλκοολούχων ποτών που
αποστέλλονται από τα λοιπά Κράτη-Μέλη ή εισάγονται από τρίτες χώρες, πρέπει επί
των μέσων προσυσκευασίας τους να αναγράφονται στην ελληνική γλώσσα οι ενδείξεις
των στοιχείων της επιχείρησης που παραλαμβάνει ή εισάγει αυτά στην Ελλάδα και
της επωνυμίας πώλησης με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του άρθρου 14 του καν.
(ΕΚ) 110/2008», σύμφωνα με την οποία «οι
όροι που αναγράφονται με πλάγιους χαρακτήρες και οι γεωγραφικές ενδείξεις που
έχουν καταχωρισθεί στο παράρτημα ΙΙΙ, δεν μπορεί να μεταφράζονται στις ετικέτες
ούτε στην παρουσίαση των αλκοολούχων ποτών».
Η επιφύλαξη αυτή παραμένει και με τον
κανονισμό 2019/787, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 15, οι
οποίες παρατίθενται ανωτέρω. Ωστόσο, εισάγεται με την παράγραφο 2 για πρώτη
φορά μια διάταξη που προβλέπει την χρήση μεταφράσεων, μεταγραφών ή
μεταγραμματισμών των όρων αυτών (και των γεωγραφικών ενδείξεων), χωρίς όμως να
αποκρύπτονται οι όροι στην πρωτότυπη γλώσσα, για την περίπτωση των αλκοολούχων ποτών που παράγονται στην
Ένωση και προορίζονται για εξαγωγή.
Προκειμένου να γίνει κατανοητό πλήρως το
νόημα της διάταξης αυτής πρέπει να ορισθούν οι όροι: μετάφραση, μεταγραφή, μεταγραμματισμός.
-Η
βασική έννοια της μετάφρασης (translation) ενός όρου από μια γλώσσα σε μια άλλη
είναι η απόδοση του όρου με εκείνη την λέξη ή φράση που στην τελική γλώσσα
αντιστοιχεί με την μεγαλύτερη ακρίβεια στο νόημα του αρχικού όρου. (Π.χ. η
φράση “eau
de vie” στα Γαλλικά στην κυριολεξία σημαίνει
«νερό της ζωής», ωστόσο, στο πεδίο των αλκοολούχων ποτών σημαίνει αυτό που στην
ελληνική γλώσσα ονομάζεται «απόσταγμα»).
-Η
μεταγραφή (transcription)
αφορά την απόδοση ενός όρου σε άλλη γραφή,
ώστε να διατηρείται η αρχική προφορά του.
-Ο
μεταγραμματισμός (transliteration)
είναι η απόδοση του όρου με γράμματα αντίστοιχα προς αυτά του πρωτοτύπου, που
δεν αποσκοπεί ωστόσο στην διατήρηση της προφοράς.
Με την νέα αυτή διάταξη του κανονισμού 2019/787,
αντιμετωπίζεται το ζήτημα της αναγραφής της νόμιμης ονομασίας με τρόπο
κατανοητό στον τελικό καταναλωτή, όταν στη χώρα διάθεσης η πρωτότυπη γλώσσα δεν
είναι οικεία ή υπάρχει άλλο αλφάβητο. Γεννάται, επίσης, το ερώτημα εάν αυτή η
διάταξη μπορεί να εφαρμοσθεί και μεταξύ Κρατών-Μελών, που χρησιμοποιούν
διαφορετική γλώσσα, πολλώ δε μάλλον διαφορετικό αλφάβητο. (Ήδη έχουν
απασχολήσει την Ε.Ε. κάποιες τέτοιες περιπτώσεις). Στην Ε.Ε. χρησιμοποιείται εκτός του λατινικού
αλφαβήτου, το ελληνικό και το κυριλλικό αλφάβητο.
Παραδείγματος χάριν, η γεωγραφική ένδειξη
«Τσίπουρο», εάν αναγραφεί μόνο με την ελληνική γραφή, δεν μπορεί να αναγνωσθεί
από αυτούς που δεν γνωρίζουν την
ελληνική γλώσσα, με προφανείς τις αρνητικές συνέπειες στην αναγνωρισιμότητα του
προϊόντος από τους καταναλωτές σε διεθνές επίπεδο. Είναι, λοιπόν, αναγκαία η
μεταγραφή της με λατινικούς χαρακτήρες, προκειμένου να απευθυνθεί το προϊόν σε
ξένες αγορές ή στους τουρίστες στην Ελλάδα. Αντιστρόφως, η ανάγκη, δηλαδή, της
μεταγραφής από την λατινική γραφή στην ελληνική δεν αποτελεί ιδιαίτερη ανάγκη,
γιατί, λόγω της παγκοσμιότητας της αγγλικής γλώσσας, η γραφή αυτή είναι οικεία
στην πλειοψηφία των Ελλήνων (εφόσον μάλιστα η διδασκαλία της συμπεριλαμβάνεται
στα υποχρεωτικά μαθήματα σε όλες τις βαθμίδες της υποχρεωτικής εκπαίδευσης).
Με βάση την παράγραφο 2 του άρθρου 15 του
κανονισμού (ΕΕ) 2019/787, η ένδειξη π.χ. “Tsipouro” μπορεί να αναγραφεί στην επισήμανση
των προϊόντων που προορίζονται για εξαγωγή σε τρίτη χώρα, χρειάζεται, όμως, μια
περαιτέρω αποσαφήνιση, (εάν μπορεί να αναγραφεί και στην επισήμανση των
προϊόντων που προορίζονται για Κράτη-Μέλη που χρησιμοποιούν το λατινικό
αλφάβητο και αποτελούν την πλειοψηφία των μελών της Ε.Ε.).
Κατάταξη των κατηγοριών των αλκοολούχων ποτών με βάση την γλώσσα αναγραφής της επωνυμίας πώλησης
Με βάση τα ανωτέρω και μέχρι να δοθούν από
τη νομοθεσία και την εμπειρία οι απαραίτητες διευκρινίσεις, οι νόμιμες
ονομασίες των αλκοολούχων ποτών που διατίθενται στην ελληνική αγορά, όπως αυτές
αναφέρονται στο Παράρτημα Ι του κανονισμού 2019/787, σύμφωνα με την ελληνική
απόδοση του εν λόγω Παραρτήματος, (το οποίο έχει κάποια γλωσσικά σφάλματα),
μπορούν να ομαδοποιηθούν σε 4 ομάδες, ως ακολούθως:
Α)
Δεν επιτρέπεται να μεταφρασθούν στην ελληνική γλώσσα,
Β) Πρέπει να αναγράφονται στην ελληνική γλώσσα
κατά τη διάθεση των προϊόντων στην ελληνική αγορά,
Γ) Επιτρέπεται να αναγράφονται στην αρχική ή/και
στην ελληνική γλώσσα.
Δ) Ένα μέρος τους πρέπει να αποδοθεί
στην ελληνική γλώσσα, ενώ το υπόλοιπο πρέπει να παραμείνει στην αρχική ξένη
γλώσσα.
Η κατάταξη των κατηγοριών των αλκοολούχων ποτών με βάση το
ανωτέρω κριτήριο καταγράφεται αναλυτικά στον συνημμένο Πίνακα.
Συμπέρασμα
Η σαφής γνώση της γλωσσικής αντιμετώπισης
της επωνυμίας πώλησης είναι ένα βοηθητικό στοιχείο για όλους τους παραγωγούς,
παραλήπτες (από τα λοιπά Κράτη-Μέλη) και εισαγωγείς (από τρίτες χώρες)
αλκοολούχων ποτών, ώστε να διασφαλίζεται η συμμόρφωση της επισήμανσης των
αλκοολούχων ποτών προς την ισχύουσα ενωσιακή και εθνική νομοθεσία.
Αλεξάνδρα Σκορδάκη
Χημικός του Γενικού Χημείου του Κράτους
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου