Καλωσήρθατε στο προσωπικό μας "ημερολόγιο"!
Αυτός είναι ο χώρος όπου οι υπάλληλοι του Γενικού Χημείου του Κράτους
θα λέμε όλα όσα μας ενδιαφέρουν και μας προβληματίζουν.
Όλα όσα θέλουμε να μοιραστούμε μεταξύ μας!

Πέμπτη 12 Μαρτίου 2020

Ορισμοί στη νομοθεσία των αλκοολούχων ποτών

Διαφοροποιήσεις μεταξύ των κανονισμών 
(ΕΕ) 2019/787 και (ΕΚ) 110/2008

     Στην παρούσα εργασία καταγράφονται οι σημαντικότερες διαφοροποιήσεις μεταξύ των διατάξεων των δύο κανονισμών, όσον αφορά το Κεφάλαιο Ι του νέου κανονισμού 2019/787 «Πεδίο Εφαρμογής, ορισμοί και κατηγορίες των αλκοολούχων ποτών»
(με την εξαίρεση αυτών που αφορούν τις γεωγραφικές ενδείξεις, την γλύκανση, τον αρωματισμό και τον χρωματισμό, καθώς και τις κατηγορίες των αλκοολούχων ποτών, τα οποία καταγράφονται σε ειδικές εργασίες).

 A. Ορισμός και απαιτήσεις για τα αλκοολούχα ποτά (άρθρο 2)
     Ο βασικός ορισμός του αλκοολούχου ποτού (spirit drink), το οποίο αποτελεί θεμελιωδώς το αντικείμενο των κανονισμών αυτών, παρά τις αλλαγές στην διατύπωση, δεν διαφοροποιείται ουσιαστικά μεταξύ των δύο κανονισμών (άρθρο 2 και στους δύο κανονισμούς).
    
Β. Ορισμοί (άρθρο 3)
     Στο νέο κανονισμό 2019/787 οι ορισμοί, οι τεχνικοί ορισμοί και απαιτήσεις καταγράφονται στα άρθρα 3, 4, 5 και 6, ενώ στον απερχόμενο κανονισμό 110/2008, οι αντίστοιχοι ορισμοί καταγράφονται κυρίως στο Παράρτημα Ι, ενιαία, ως τεχνικοί ορισμοί και απαιτήσεις.
    Παρατηρούνται γενικά τροποποιήσεις σε αρκετούς από τους ορισμούς που αφορούν ενδείξεις, λόγω ευθυγράμμισης προς τον κανονισμό 1169/2011 που αφορά την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα (εν γένει) στους καταναλωτές.
     Αναλυτικά, από τη σύγκριση των διατάξεων των δύο κανονισμών ανά ορισμό, προκύπτουν τα εξής:

1. Νόμιμη ονομασία (legal name) (άρθρο 3 στοιχείο 1).
 Ό όρος «νόμιμη ονομασία» (legal name) αντικαθιστά τον όρο «επωνυμία πώλησης» (sales denomination) σε ευθυγράμμιση προς τον αντίστοιχο ορισμό που δίνεται στον κανονισμό 1169/2011.
 
2 & 3. Σύνθετος όρος (compound term)  και Μνεία (Allusion) (άρθρο 3 στοιχεία 2 και 3 αντιστοίχως)
Οι όροι αυτοί αφορούν μόνο τα αλκοολούχα ποτά, καθώς δεν απαντώνται στον κανονισμό 1169/2011. Στον απερχόμενο κανονισμό 110/2008 και στον εκτελεστικό του 716/2013 υπάρχουν προβλέψεις για τους όρους χρήσης τους, ωστόσο, δεν υπάρχει σαφής ορισμός (και υπάρχουν σοβαρά γλωσσικά σφάλματα στις σχετικές διατάξεις, όπου ο όρος «ποτό με αλκοόλη» αποδίδεται ως «αλκοολούχο ποτό» ή «οινοπνευματώδες ποτό» δημιουργώντας μεγάλη σύγχυση).
Ορισμός του σύνθετου όρου (άρθρο 3 στοιχείο 2)
     2) «σύνθετος όρος»: σε σχέση με την περιγραφή, παρουσίαση και επισήμανση ποτού με αλκοόλη, ο συνδυασμός νόμιμης ονομασίας που προβλέπεται στις κατηγορίες αλκοολούχων ποτών που εκτίθενται στο παράρτημα I ή της γεωγραφικής ένδειξης για ένα αλκοολούχο ποτό από το οποίο προέρχεται το σύνολο της αλκοόλης του τελικού προϊόντος, με ένα ή περισσότερα από τα κάτωθι στοιχεία:
α) την ονομασία ενός ή περισσοτέρων τροφίμων εκτός ποτού με αλκοόλη και εκτός τροφίμων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του εν λόγω αλκοολούχου ποτού σύμφωνα με το παράρτημα I, ή επίθετα που προέρχονται από αυτές τις ονομασίες,
β) τον όρο «λικέρ» ή «κρέμα»·

Ορισμός της μνείας (άρθρο 3 στοιχείο 3)
3) «μνεία»: η άμεση ή έμμεση αναφορά σε μία ή περισσότερες νόμιμες ονομασίες που προβλέπονται στις κατηγορίες αλκοολούχων ποτών που ορίζονται στο παράρτημα I ή σε μία ή περισσότερες γεωγραφικές ενδείξεις αλκοολούχων ποτών, εκτός από την αναφορά σε σύνθετο όρο ή σε κατάλογο συστατικών όπως αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφοι 2, 3 και 4, κατά την περιγραφή, παρουσίαση ή επισήμανση:
α) τροφίμου εκτός αλκοολούχου ποτού, ή
β) αλκοολούχου ποτού που ικανοποιεί τις απαιτήσεις των κατηγοριών 33 έως 40 του παραρτήματος Ι.

Όσον αφορά τον «σύνθετο όρο», εισάγεται και η δυνατότητα χρήσης επιθέτου για το τρόφιμο που συναποτελεί τον σύνθετο όρο, ωστόσο παραμένουν κάποια ερωτηματικά για την γλωσσική έκφραση του σύνθετου όρου στις διάφορες γλώσσες της Ε.Ε., τα οποία θα μπορούσαν να αντιμετωπίζονται με ευθύνη της εκάστοτε εθνικής αρμόδιας Αρχής. Π.χ. η φράση cherry brandy είναι σύνθετος όρος στην αγγλική γλώσσα, στην ελληνική, ωστόσο, αυτό είναι αδύνατο, γιατί η φράση π.χ. κεράσι τσίπουρο δεν συνάδει με την ελληνική γλώσσα, πρέπει να χρησιμοποιηθεί άλλη φράση, όπως π.χ. τσίπουρο με κεράσι. Μόνο στην περίπτωση του λικέρ, μπορεί να σχηματισθεί ένας σύνθετος όρος με απλή συνύπαρξη με μια άλλη λέξη, π.χ. λικέρ τριαντάφυλλο. Ακόμη και σ’ αυτήν την περίπτωση, όμως, αν προσπαθήσει κανείς να συνδυάσει την λέξη «λικέρ» με ένα άλλο αλκοολούχο ποτό, το οποίο προβλέπεται σαφώς στον ορισμό του σύνθετου όρου, π.χ λικέρ τσίπουρο, η φράση που προκύπτει δεν είναι σαφής στον έλληνα καταναλωτή, θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί άλλη φράση).  
     
Με τις διατάξεις του νέου κανονισμού 2019/787 επέρχεται ένας ικανοποιητικός βαθμός αποσαφήνισης των ως άνω ενδείξεων, χωρίς να αίρονται, ωστόσο, όλα τα ερωτηματικά που γεννώνται στην πράξη, όπως π.χ.:
-ποιά είναι η φραστική διαφορά μεταξύ σύνθετου όρου και μνείας;
-τί σημαίνει έμμεση αναφορά σε νόμιμη ονομασία αλκοολούχου ποτού;

Οι ορισμοί που δίνονται στα στοιχεία 4, 5, 6 και 7 σχετίζονται με τις γεωγραφικές ενδείξεις.
4. Γεωγραφική ένδειξη (geographical indication) (άρθρο 3 στοιχείο 4).
(Η αντίστοιχη διάταξη του κανονισμού 110/2008 καταγράφεται στην παράγραφο1 του άρθρου 15)
Διατηρείται αυτούσιος ο όρος, ο οποίος αποτελεί ιδιαιτερότητα για τα αλκοολούχα ποτά, δεδομένου ότι στα τρόφιμα χρησιμοποιούνται οι όροι Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη  (Π.Γ.Ε.) και Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης (Π.Ο.Π.).
Διατηρείται αυτούσιος και ο ορισμός, σύμφωνα με τον οποίο είναι :
«ένδειξη που δηλώνει ότι ένα αλκοολούχο ποτό προέρχεται από την επικράτεια μιας χώρας, ή από περιοχή ή τοποθεσία στην εν λόγω επικράτεια, εφόσον μια δεδομένη ποιότητα, φήμη ή άλλο χαρακτηριστικό του αλκοολούχου ποτού μπορεί να αποδοθεί κατά κύριο λόγο στη γεωγραφική του καταγωγή»·
(Στο νέο κανονισμό χρησιμοποιείται το ρήμα «προέρχεται», ενώ στο νέο κανονισμό χρησιμοποιείται το ρήμα «κατάγεται». Η διαφορά αφορά την απόδοση στην ελληνική γλώσσα, δεδομένου ότι στην αγγλική χρησιμοποιείται και στα δύο κείμενα το ίδιο ρήμα “originate”.)

5. Προδιαγραφές προϊόντος (product specification) (άρθρο 3 στοιχείο 5)
Πρόκειται κατ’ ουσίαν για μετονομασία του τεχνικού φακέλου και σχετίζεται με την αναγνώριση των γεωγραφικών ενδείξεων, μετονομασία η οποία επιβάλλεται «για λόγους συνέπειας με τους διατάξεις που εφαρμόζονται στις γεωγραφικές ενδείξεις των τροφίμων, του οίνου και των αρωματισμένων αμπελοοινικών προϊόντων», σύμφωνα με το στοιχείο 27 του προοιμίου του νέου κανονισμού 2019/787.

6. Ομάδα (άρθρο 3 στοιχείο 6)
Εισάγεται ο ορισμός της ομάδας ως «κάθε ένωση, ασχέτως της νομικής της μορφής, η οποία απαρτίζεται κυρίως από παραγωγούς ή μεταποιητές οι οποίοι ασχολούνται με το συγκεκριμένο αλκοολούχο ποτό-», και σχετίζεται με την διαδικασία αναγνώρισης των γεωγραφικών ενδείξεων.

7. Κοινή ονομασία (άρθρο 3 στοιχείο 7)
Εισάγεται ο ορισμός της κοινής ονομασίας ως  «η ονομασία ενός αλκοολούχου ποτού η οποία έχει καταστεί κοινή και η οποία, παρόλο που συνδέεται με τον τόπο ή την περιοχή της αρχικής παραγωγής ή εμπορίας του συγκεκριμένου αλκοολούχου ποτού, έχει πλέον καταστεί η κοινή ονομασία του εν λόγω αλκοολούχου ποτού στην Ένωση»·
Αυτός ο ορισμός αντιστοιχεί στη διάταξη της τρίτης περιόδου της παραγράφου 3 του άρθρου 15 (που αφορά τις γεωγραφικές ενδείξεις)  του κανονισμού 110/2008, σύμφωνα με την οποία «ως επωνυμία που έχει καταστεί γενική νοείται επωνυμία αλκοολούχου ποτού, η οποία, αν και συνδέεται με τον τόπο ή την περιοχή όπου το συγκεκριμένο προϊόν παρήχθη ή κυκλοφόρησε στην αγορά για πρώτη φορά, έχει πλέον καταστεί το κοινό όνομα αλκοολούχου ποτού της Κοινότητας».
Η διαφορά που παρατηρείται στην χρήση των όρων «κοινή» (στο νέο κανονισμό) και «γενική» (στον απερχόμενο) αφορά την γλωσσική απόδοση στα ελληνικά, δεδομένου ότι στην αγγλική απόδοση και των δύο κανονισμών χρησιμοποιείται ο ίδιος όρος “generic”.

8. Οπτικό πεδίο (άρθρο 3 στοιχείο 8)
Παραπέμπει στον αντίστοιχο ορισμό του καν. 1169/2001, σύμφωνα με τον οποίο ορίζεται ως «οπτικό πεδίο»: όλες οι επιφάνειες μιας συσκευασίας που μπορούν να διαβασθούν από μία οπτική γωνία·

9. Ανάμειξη (άρθρο 3 στοιχείο 9)
Ως ανάμειξη ορίζεται «ο συνδυασμός ενός αλκοολούχου ποτού το οποίο είτε ανήκει σε κατηγορία αλκοολούχων ποτών που ορίζεται στο παράρτημα I είτε σε γεωγραφική ένδειξη, με ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα:
α)    άλλα αλκοολούχα ποτά που δεν ανήκουν στην ίδια κατηγορία αλκοολούχων ποτών που ορίζεται στο παράρτημα Ι
β)    προϊόντα απόσταξης γεωργικής προέλευσης·
γ)    αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης»·
Ο ορισμός αυτός διαφοροποιείται από τον αντίστοιχο του κανονισμού 110/2008 (Παράρτημα Ι στοιχείο 4), σύμφωνα με τον οποίο ως ανάμειξη ορίζεται «η εργασία κατά την οποία αναμιγνύονται δύο ή περισσότερα διαφορετικά ποτά προκειμένου να αποτελέσουν νέο ποτό».
Παρατηρούνται οι εξής διαφοροποιήσεις όσον αφορά τον ορισμό της ανάμειξης:
-Στον απερχόμενο κανονισμό 110/2008 η ανάμειξη, σύμφωνα με τον ορισμό της, αφορά μόνο αλκοολούχα ποτά, χωρίς να εξαιρείται κανένα.
Στο νέο κανονισμό η ανάμειξη αφορά αλκοολούχα ποτά που ανήκουν στις κατηγορίες του Παραρτήματος Ι και γεωγραφικές ενδείξεις, οπότε γεννάται το ερώτημα εάν συμπεριλαμβάνονται και τα αλκοολούχα ποτά, τα οποία δεν ανήκουν σε καμία από τις κατηγορίες του  Παραρτήματος Ι.
-Στο νέο κανονισμό η ανάμειξη, σύμφωνα με τον ορισμό της, συμπεριλαμβάνει και την αιθυλική αλκοόλη και τα προϊόντα απόσταξης, πράγμα που δεν αναφέρεται στον ορισμό της ανάμειξης στον απερχόμενο κανονισμό 110/2008, στον οποίο, ωστόσο, ο όρος αναφέρεται στον ορισμό του αλκοολούχου ποτού (άρθρο 2), όπου συμπεριλαμβάνεται  και το ποτό που παράγεται ii) είτε με ανάμειξη αλκοολούχου ποτού με ένα ή περισσότερα:
— άλλα αλκοολούχα ποτά ή/και
— αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης ή προϊόντα απόσταξης γεωργικής προέλευσης ή/και
 άλλα αλκοολικά ποτά ή/και
— ποτά.

10. Μείγμα (άρθρο 3 στοιχείο 10)
Εισάγεται για πρώτη φορά ο ορισμός του μείγματος ως «το αλκοολούχο ποτό που έχει υποστεί ανάμειξη», ένας ορισμός αμφιβόλου αναγκαιότητος, δεδομένου ότι κατ’ ουσίαν αντιστοιχεί στην γενικότερη έννοια του μείγματος. Μάλιστα, ίσως αντί του ρήματος «έχει υποστεί» είναι προτιμότερη η χρήση του ρήματος «έχει προκύψει», δεδομένου ότι το μείγμα είναι το προϊόν της ανάμειξης και όχι το άθροισμα των αρχικώς αναμιγνυομένων μερών.

11. Σύμμειξη (άρθρο 3 στοιχείο 11)
Ο ορισμός παραμένει ο ίδιος, όπως στον απερχόμενο κανονισμό 110/2008 (παράγραφος 7 του Παραρτήματος Ι).

12. Σύμμειγμα (άρθρο 3 στοιχείο 12)
Είναι ένας καινοφανής ορισμός, ο οποίος δεν υπάρχει στον απερχόμενο κανονισμό, σύμφωνα με τον οποίο σύμμειγμα είναι το αλκοολούχο ποτό που έχει υποστεί σύμμειξη.

Γ. Τεχνικοί ορισμοί και απαιτήσεις (άρθρο 4)

1) «Περιγραφή» (άρθρο 4 στοιχείο 1)

2) «Παρουσίαση» (άρθρο 4 στοιχείο 2)
Οι ορισμοί παραμένουν ως έχουν στον απερχόμενο κανονισμό 110/2008 (στις παραγράφους 14 και 15 αντιστοίχως του Παραρτήματος Ι).

3)  «Επισήμανση» (άρθρο 4 στοιχείο 3)
«επισήμανση»: κάθε μνεία, ένδειξη, εμπορικό σήμα, εμπορική ονομασία, εικόνα ή σύμβολο που αναφέρεται σε ένα προϊόν και τοποθετείται σε κάθε συσκευασία, έγγραφο, πινακίδα, ετικέτα, δακτύλιο ή περιλαίμιο που συνοδεύει ή αναφέρεται στο εν λόγω προϊόν

4) «Ετικέτα»  (άρθρο 4 στοιχείο 4)
«ετικέτα»: κάθε σήμανση, εμπορικό σήμα, σήμα, εικόνα ή άλλη περιγραφή που είναι γραπτή, έντυπη, διάτρητη, σημειωμένη, ανάγλυφη ή αποτυπωμένη ή προσαρτημένη στη συσκευασία ή στο δοχείο του τροφίμου-
(Οι ορισμοί αυτοί μεταφέρονται αυτούσιοι από τον κανονισμό 1169/2011, με μια διαφορά στην απόδοση στην ελληνική γλώσσα. Στο αγγλικό κείμενο τόσο του 1169/2011, όσο και του 2019/787 χρησιμοποιείται ο όρος “container”, ο οποίος όμως στον κανονισμό 1169/2011 αποδίδεται ως «περιέκτης», ενώ στον κανονισμό 2019/787 αποδίδεται ως «δοχείο»). Ο απερχόμενος κανονισμός έχει μόνο τον ορισμό της επισήμανσης (παράγραφος 16 του παραρτήματος Ι):
«Ως επισήμανση νοούνται όλες οι περιγραφές και άλλες αναφορές, σημεία, σχέδια ή εμπορικά σήματα, τα οποία χαρακτηρίζουν ένα ποτό και εμφανίζονται στο ίδιο δοχείο, συμπεριλαμβανομένου του συστήματος πωματισμού του ή στην ετικέτα που έχει προσδεθεί στο δοχείο και στο περίβλημα του λαιμού της φιάλης».
Από τη σύγκριση των διατάξεων των δύο κανονισμών, προκύπτει ότι η έννοια της ετικέτας, σύμφωνα με το νέο κανονισμό 2019/787, ταυτίζεται με την έννοια της επισήμανσης σύμφωνα με τον απερχόμενο κανονισμό 110/2008, δηλαδή αφορά αποκλειστικώς την συσκευασία του αλκοολούχου ποτού.
Αντιθέτως, η έννοια της επισήμανσης, σύμφωνα με το νέο κανονισμό 2019/787, είναι πιο διευρυμένη, προσεγγίζει αρκετά την έννοια της περιγραφής, και πιθανόν στοχεύει να συμπεριλάβει τα νέα δεδομένα που έχουν προκύψει με την ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου.

5) «Συσκευασία» (άρθρο 4, στοιχείο 5)
Με το νέο κανονισμό 2019/787 επέρχεται ουσιώδης διαφοροποίηση, δεδομένου ότι ο ορισμός της συσκευασίας συμπεριλαμβάνει πλέον ρητώς και τις φιάλες:
«συσκευασία»: τα προστατευτικά περιτυλίγματα, χαρτόκουτα, θήκες, περιέκτες και φιάλες που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά και πώληση αλκοολούχων ποτών.

ενώ, στον απερχόμενο κανονισμό 110/2008, ο ορισμός της συσκευασίας ρητώς δεν συμπεριλαμβάνει τις φιάλες:
«Ως συσκευασία νοούνται τα προστατευτικά περιβλήματα, όπως χαρτιά, κάθε είδους περιτυλίγματα, χαρτόκουτα και κιβώτια, που χρησιμοποιούνται κατά τη μεταφορά ή/και τηνπώληση ενός ή περισσότερων δοχείων».
Στον κανονισμό 1169/2011 απαντάται ο όρος «συσκευασία» σε πολλά σημεία, αλλά δεν δίνεται ορισμός του. Στον κανονισμό 1169/2011, υπάρχει επίσης ο όρος «προσυσκευασία» και δίνεται ο ορισμός του «προσυσκευασμένου» τροφίμου. Αντιθέτως, στο νέο κανονισμό 2019/787, όπως και στον απερχόμενο κανονισμό 110/2008, δεν αναφέρεται πουθενά ο όρος «προσυσκευασμένο» σε καμία εκδοχή.
Είναι προφανές ότι με το νέο κανονισμό εξαλείφεται κάθε έννοια προσυσκευασμένου τροφίμου και η έννοια της συσκευασίας επεκτείνεται, ώστε να συμπεριλάβει πέραν πάσης αμφιβολίας και τις φιάλες. Αποτυπώνεται πλέον και επισήμως, ξ άποψη που είχε επανειλημμένα εκφράσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι ο ορισμός της συσκευασίας των αλκοολούχων ποτών που δίνεται στον κανονισμό 110/2008 συμπεριλαμβάνει και τις φιάλες, συνεπώς, η διάταξη του άρθρου 10 του εφαρμοστικού κανονισμού 716/2013, σύμφωνα με την οποία: «Εάν ο τεχνικός φάκελος ορίζει ότι η συσκευασία των αλκοολούχων ποτών πρέπει να εκτελείται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής ή σε περιοχή η οποία γειτονεύει άμεσα, αιτιολογείται η εν λόγω απαίτηση σε σχέση με το συγκεκριμένο προϊόν», εφαρμόζεται και για την εμφιάλωση του ποτού.
Από την προσέγγιση του νέου κανονισμού 2019/787 γεννώνται σοβαρά ερωτηματικά, ως ακολούθως:
-Ο ορισμός της ετικέτας που μεταφέρεται αυτούσιος από τον κανονισμό 1169/2011 αναφέρει «συσκευασία ή περιέκτη», γεγονός που υποδηλώνει μια διαφοροποίηση μεταξύ συσκευασίας και δοχείου (ή περιέκτη), η οποία επαναλαμβάνεται και σε άλλες διατάξεις του εν λόγω κανονισμού (παρ. 3 του άρθρου 13, παρ. 2 του άρθρου 16, σημείο 18 του παραρτήματος VI)
-Από την άλλη πλευρά γεννάται η απορία γιατί δεν αναφέρεται καθόλου ο όρος «προσυσκευασμένο τρόφιμο» στον κανονισμό 2019/787 για τα αλκοολούχα ποτά, τα οποία ως εκ της φύσεώς τους, τοποθετούνται κατά κανόνα σε φιάλες προκειμένου να διατεθούν στην κατανάλωση και σε μορφή, η οποία αντιστοιχεί σε «προσυσκευασμένο τρόφιμο».
-Απουσιάζει επίσης παντελώς ο όρος «εμφιάλωση», ο οποίος χρησιμοποιείται ευρύτατα στην κοινή πρακτική. Σημειώνεται ότι στη νομοθεσία για τον οίνο αναφέρεται επανειλημένως ο όρος «εμφιάλωση» και στον κανονισμό 2018/273 δίνεται και ο ορισμός της εμφιάλωσης.
Με βάση τα ανωτέρω, καθίσταται προφανές ότι στο νέο κανονισμό 2019/787 επιχειρείται μια απόλυτη εξάλειψη της εμφιάλωσης, ενώ ταυτόχροναι κρίνεται αναγκαίο να προστεθούν και οι φιάλες στον ορισμό της «συσκευασίας».

6)  «Απόσταξη» (Άρθρο 4 στοιχείο 6)
Δίνεται για πρώτη φορά ο ορισμός της απόσταξης στο νέο κανονισμό 2019/787 ως:  «διαδικασία θερμικού διαχωρισμού που περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα στάδια διαχωρισμού με σκοπό την επίτευξη ορισμένων οργανοληπτικών χαρακτηριστικών ή υψηλότερης αλκοολικής συγκέντρωσης ή και των δύο, ανεξάρτητα από το αν τα βήματα αυτά εκτελούνται υπό κανονική πίεση ή υπό κενό, εξαιτίας της συσκευής αποστάξεως που χρησιμοποιείται και μπορεί να είναι μονή ή πολλαπλή απόσταξη ή επαναπόσταξη»·
Ο ως άνω ορισμός της απόσταξης διαφοροποιείται από την συνήθη προσέγγιση, σύμφωνα με την οποία απόσταξη είναι  ο φυσικός διαχωρισμός ενός υγρού μίγματος στα συστατικά του βασιζόμενος στη διαφορά της πτητικότητας των συστατικών αυταών, όταν το μίγμα θερμανθεί μέχρι βρασμού, προφανώς στοχεύοντας να καλύψει τις χρησιμοποιούμενες πρακτικές παραγωγής των αλκοολούχων ποτών.

7) «Προϊόν απόσταξης γεωργικής προέλευσης» (Άρθρο 4 στοιχείο 7)
Στο νέο κανονισμό υπάρχουν δύο διαφοροποιήσεις με τον αντίστοιχο ορισμό στον απερχόμενο κανονισμό 110/2008:
-Στον ορισμό που δίνεται στον 110/2008 αναφέρεται ότι το το προϊόν απόσταξης γεωργικής προέλευσης  «...δεν παρουσιάζει τα χαρακτηριστικά της αιθυλικής αλκοόλης ούτε αλκοολούχου ποτού...», ενώ στο νέο κανονισμό δεν υπάρχει η φράση «ούτε αλκοολούχου ποτού»
-Στον απερχόμενο κανονισμό 110/2008 υπάρχει η διάταξη : «Όταν αναφέρεται η χρησιμοποιηθείσα πρώτη ύλη, το προϊόν απόσταξης πρέπει να έχει ληφθεί αποκλειστικά και μόνο από τη συγκεκριμένη πρώτη ύλη»,  η οποία απουσιάζει από το νέο κανονισμό 2019/787.

8) & 9) «Γλύκανση» και«Γλυκαντικές ύλες» (Άρθρο 4 στοιχεία 8 & 9)
Οι ορισμοί παραμένουν οι ίδιοι.

10) «Προσθήκη αλκοόλης» (Άρθρο 4 στοιχείο 10)
Στο νέο κανονισμό 2019/787 ο ορισμός που δίνεται στον 110/2008 συμπληρώνεται με τη φράση «μια τέτοια προσθήκη δεν περιλαμβάνει τη χρήση αλκοόλης για την αραίωση ή τη διάλυση χρωστικών υλών, αρωματικών υλών ή άλλων εγκεκριμένων συστατικών που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή αλκοολούχων ποτών».

11) «Ωρίμανση ή παλαίωση» (Άρθρο 4 στοιχείο 11)
Υπάρχει μια φραστική διαφοροποίηση μεταξύ των ορισμών των δύο κανονισμών.
Στο νέο κανονισμό 2019/787 η ωρίμανση ή παλαίωση ορίζεται ως  «η αποθήκευση αλκοολούχου ποτού σε κατάλληλα δοχεία για ορισμένο χρονικό διάστημα, έτσι ώστε το αλκοολούχο ποτό να υποστεί φυσικές αντιδράσεις που προσδίδουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά στο εν λόγω αλκοολούχο ποτό»,
ενώ στον απερχόμενο 110/2008 «Ως ωρίμανση ή παλαίωση νοείται η διεργασία, κατά την οποία αφήνονται να αναπτυχθούν φυσικά, σε κατάλληλα δοχεία, ορισμένες αντιδράσεις που προσδίδουν στο αλκοολούχο ποτό οργανοληπτικές ιδιότητες, τις οποίες δεν είχε προηγουμένως».

12  έως 18 «Αρωματισμός» και «Αρωματικές ύλες» (Άρθρο 4 σημεία 12 έως 18)
19 έως 21 «Χρωματισμός», «Χρωστικές ύλες», «Καραμελόχρωμα» (Άρθρο 4 σημεία 19 έως 21)
Οι διαφοροποιήσεις μεταξύ των δύο κανονισμών, όσον αφορά τον αρωματισμό και τον χρωματισμό καταγράφονται αναλυτική στην εργασία «Χρώματα κι αρώματα στα αλκολούχα ποτά».

22) «Άλλα επιτρεπόμενα συστατικά» (Άρθρο 4 στοιχείο 22)
Πρόκειται για ένα νέον ορισμό στον κανονισμό 2019/787, ανάλογος του οποίου δεν υπάρχει στον απερχόμενο κανονισμό 110/2008, σύμφωνα με τον οποίο ορίζονται ως «άλλα επιτρεπόμενα συστατικά:συστατικά τροφίμων με αρωματικές ιδιότητες που επιτρέπονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1334/2008 και πρόσθετα τροφίμων πλην των χρωστικών που επιτρέπονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1333/2008»·

23) «Κατ’ όγκον αλκοολικός τίτλος» (Αρθρο 4 στοιχείο 23)
«Ο ορισμός του κατ’ όγκον αλκοολικού τίτλου ως : «ο λόγος του όγκου της καθαρής αλκοόλης, σε θερμοκρασία 20° C, που περιέχεται σε ένα προϊόν προς τον συνολικό όγκο του προϊόντος αυτού στην ίδια θερμοκρασία» παραμένει αυτούσιος με τον αντίστοιχο του Παραρτήματος Ι του 110/2008. Επισημαίνεται ότι εκφράζεται επί τοις εκατό (% vol).



24) «Περιεκτικότητα σε πτητικές ουσίες» (Άρθρο 4 στοιχείο 24)
Ο ορισμός στο νέο κανονισμό 2019/787,
«περιεκτικότητα σε πτητικές ουσίες»: η ποσότητα πτητικών ουσιών, εκτός της αιθυλικής αλκοόλης και της μεθανόλης, που περιέχεται σε αλκοολούχο ποτό που παράγεται αποκλειστικά με απόσταξη»
διαφέρει από τον αντίστοιχο του απερχόμενου κανονισμού 110/2008, διότι παραλείπεται η φράση «και η οποία οφείλεται μόνο στην απόσταξη ή επαναπόσταξη των πρώτων υλών που χρησιμοποιήθηκαν», η οποία υπήρχε σ’ αυτόν.
Η σημασία της διάταξης αυτής γίνεται κατανοητή, εάν ληφθεί υπ’ όψιν ότι προδιαγραφές, όσον αφορά την περιεκτικότητα σε πτητικές ουσίες τίθενται μόνον για τα αλκοολούχα ποτά που ανήκουν στις κατηγορίες 1 έως 14 του παραρτήματος Ι του κανονισμού 2019/787 (αντιστοίχως του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 110/2008), τα οποία είναι αποστάγματα και των οποίων ο αρωματισμός δεν επιτρέπεται, εκτός ορισμένων εξαιρέσεων που αφορούν παραδοσιακές μεθόδους, οι οποίες κατά κανόνα περιλαμβάνουν και αυτές την απόσταξη παρουσία των αρωματικών υλών.

Δ. Ορισμός και απαιτήσεις για την αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης (Άρθρα 5 και 6).
(Ο αντίστοιχος ορισμός στον απερχόμενο κανονισμό 110/2008 προβλέπεται στο σημείο 1 του παραρτήματος Ι).
Ο ορισμός παραμένει αυτούσιος, εκτός από την προσθήκη της φράσης, σύμφωνα με την οποία  η αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης «λαμβάνεται αποκλειστικά από προϊόντα που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι της Συνθήκης», όρος που ισχύει και στον απερχόμενο κανονισμό, απλώς δεν αναφέρεται στον ορισμό της αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης, αλλά καταγράφεται ρητώς στην παράγραφο 1 του άρθρου 3 «Προέλευση της αιθυλικής αλκοόλης».
Στο άρθρο 6 καταγράφονται οι απαιτήσεις που αφορούν την αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης και τα προϊόντα απόσταξης που χρησιμοποιούνται σε ποτά με αλκοόλη, οι οποίες είναι ουσιαστικά αυτούσιες με τις αντίστοιχες διατάξεις που καταγράφονται στο ως άνω άρθρο 3 του απερχόμενου κανονισμού 110/2008.
Το διαχρονικά σταθερό νόημα των διατάξεων αυτών είναι η υποχρέωση χρήσης για την παρασκευή αλκοολούχων ποτών αποκλειστικά και μόνον αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης, όπως ορίζεται στο Παράρτημα Ι της Συνθήκης και η απαγόρευση χρήσης κάθε άλλης αλκοόλης (συνθετικής και μη γεωργικής προέλευσης). Η υποχρέωση αυτή αφορά και την αλκοόλη που χρησιμοποιείται για την αραίωση ή διάλυση χρωστικών υλών, αρωματικών υλών ή κάθε άλλου επιτρεπομένου συστατικού, τα οποία χρησιμοποιούνται στην παραγωγή ποτών με αλκοόλη. Μάλιστα στο νέο κανονισμό εισάγεται επιπλέον και η υποχρέωση: «Η εν λόγω αλκοόλη που χρησιμοποιείται για την αραίωση ή τη διάλυση χρωστικών υλών, αρωματικών υλών ή κάθε άλλου επιτρεπόμενου συστατικού χρησιμοποιείται μόνο στις απολύτως αναγκαίες για τον σκοπό αυτό ποσότητες».

Αλεξάνδρα Σκορδάκη
Χημικός του Γενικού Χημείου του Κράτους

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου