Αγαπητοί συνάδελφοι,
Ο διάλογος που ξεκίνησε πρόσφατα με το άρθρο
του συναδέλφου Σ. Κυριακίδη είναι ένα απίστευτα ενθαρρυντικό φαινόμενο. Μέσα σ’
αυτό το τέλμα που απλώνεται γύρω μας, όπου η κυρίαρχη τάση είναι ο καθένας να
ασχολείται με την προστασία της «καρέκλας» του, όχι απλώς αδιαφορώντας για το
συλλογικό καλό, αλλά και ενεργά υπονομεύοντάς το εάν κρίνει ότι αυτό βοηθά την
διατήρηση των μικροσυμφερόντων του, αποτελεί όαση να βλέπουμε ότι υπάρχουν
συνάδελφοι που προβληματίζονται και καταθέτουν δημόσια τον προβληματισμό τους με
στόχο τη βελτίωση των θεσμών και του ήθους του δημόσιου χώρου του Γενικού
Χημείου του Κράτους.
Στα πλαίσια αυτά θα ήθελα κι εγώ να καταθέσω
τον προβληματισμό μου σχετικά με το θέμα.
Ο Σύλλογος στηρίζεται στην ελεύθερη θέληση των
μελών του, συνεπώς, οι όροι λειτουργίας του αποτελούν υπόθεση της πλειοψηφίας
αυτών των μελών. Το Υπηρεσιακό Συμβούλιο, όμως, είναι θεσμός του Κράτους, το
οποίο έχει εξουσίες ανεξαρτήτως της θέλησης των υποκείμενων σ’ αυτό. Αποφασίζει
για μεταθέσεις, προαγωγές (και μέχρι προσφάτως για πειθαρχικές
υποθέσεις).
Η μέχρι τώρα εμπειρία από τις δραστηριότητες
των Υπηρεσιακών Συμβουλίων είναι κάθε άλλο παρά θετική. Τα πολλά χρόνια που
είχαν κατ’ ουσίαν απόλυτη ελευθερία επιλογής, αυτό που βασίλεψε ήταν ο
παραγοντισμός και οι πελατειακές σχέσεις. Η σύνδεση με τον συνδικαλισμό έφθανε
στα όρια της ταύτισης. Τα κριτήρια ήσαν σχεδόν αποκλειστικά προσωπικές και
κομματικές σχέσεις. Το ασφαλέστερο κριτήριο για να ικανοποιηθούν τα αιτήματα
και οι επιθυμίες των υπαλλήλων ήταν η καλή σχέση με τα μέλη του Υπηρεσιακού
Συμβουλίου, οι οποίοι λειτουργούσαν ως παράγοντες μέσα στον μικρόκοσμο της
Υπηρεσίας και όχι μόνον.
Την τελευταία φορά επιχειρήθηκε μέσω του
συστήματος των μορίων, μια απεμπλοκή από όλη αυτήν την κατάσταση και επιτεύχθηκε
σε βαθμό ασύγκριτο σε σχέση με το παρελθόν. Αυτό βεβαίως δεν σήμαινε ότι τα μέλη
άλλαξαν νοοτροπία. Απλώς είχαν πολύ μικρότερο βαθμό ελευθερίας, τον οποίο για
άλλη μια φορά χρησιμοποίησαν με την παλιά νοοτροπία.
Με βάση όλη αυτήν την εμπειρία νομίζω ότι τα
μέλη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου δεν πρέπει ούτε να διορίζονται από την πολιτική
ηγεσία ούτε να εκλέγονται από τους υπαλλήλους. Η άποψή μου είναι ότι πρέπει να
κληρώνονται κατά τρόπον ανάλογο με τα μέλη των επιτροπών των διαγωνισμών. Δεν
είναι τυχαίο άλλωστε ότι η αρχαία ελληνική δημοκρατία βασιζόταν κατά κύριο λόγο
στην κλήρωση. Είναι ευτύχημα ότι η πρόοδος της τεχνολογίας μας επιτρέπει να
χρησιμοποιήσουμε τεχνικές που αρμόζουν στην άμεση δημοκρατία με ελάχιστο
διοικητικό κόστος και μεγάλη ταχύτητα.
Η επιλογή κατ’ αυτόν τον τρόπο θα
ελαχιστοποιήσει τα αρνητικά χαρακτηριστικά της όλης διαδικασίας
:
-πελατειακή σχέση (σε ψηφίζω εγώ, με στηρίζεις
εσύ)
-παραγοντισμό (δεν μπορούν πλέον τα μέλη να
λειτουργούν σαν να κρατούν την τύχη των άλλων στα χέρια
τους)
-κυριαρχία κομματικών και προσωπικών κριτηρίων
(ευνοιοκρατία, εμπάθεια κ.λ.π.)
Θα μεγιστοποιήσει τα θετικά
χαρακτηριστικά:
-αντικειμενικότητα
-ανεξαρτησία
-αξιοκρατία
Φυσικά, θα υπάρχουν κριτήρια για τους
υποψήφιους για κλήρωση. Τα κριτήρια αυτά όμως θα είναι καθολικά, θα ισχύουν για
όλους και θα έχουν θεσπισθή με νομοθετική ρύθμιση. Τέτοια κριτήρια θα μπορούσαν
να είναι:
-ελάχιστος ή/και μέγιστος χρόνος
υπηρεσίας
-ποσόστωση αναλόγως των θέσεων ευθύνης ή των
ειδικοτήτων ή των υπηρεσιακών ηλικιών
-διαφορετική σύσταση αναλόγως των θεμάτων, ώστε
να μην υπάρχουν αντικρουόμενα συμφέροντα (π.χ. δεν θα μπορεί να συμμετέχει σε
θέμα προαγωγής σε μια θέση ο ήδη κατέχων αυτή τη θέση,
και άλλα που θα προκύψουν από τον διάλογο και
ανταλλαγή απόψεων, δεδομένου ότι αυτό θα αποτελέσει αντικείμενο καθολικής
διαβούλευσης, αφού θα αφορά όλον τον δημόσιο τομέα.
Ίσως, όλα αυτά να μοιάζουν ρομαντικά, σε μια
εποχή που λόγω των δυσκολιών έχει βγάλει μάλλον τον χειρότερο εαυτό μας. Όμως
δεν πειράζει να ρίχνουμε το σπόρο, ίσως κάποτε φυτρώσει.
Αλεξάνδρα Σκορδάκη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου