(μόνο λίγο καιρό ξαποσταίνει και ξανά προς τη
δόξα τραβά)
Το 1992, έγινε για
τελευταία φορά πρόσληψη χημικών και χημικών μηχανικών στο Γενικό Χημείο του
Κράτους με τη διαδικασία του διαγωνισμού (αδιάβλητη κατά γενική ομολογία).
Το αντικειμενικό
και αδιάβλητο στοιχείο, άρχισε, ωστόσο, να εξαφανίζεται ευθύς με την είσοδο των
νέων υπαλλήλων στην Υπηρεσία, όπου τοποθετήσεις, βαθμολογίες στον εσωτερικό
διαγωνισμό κ.λ.π. έγιναν με «άλλα» κριτήρια. Έτσι, το Κράτος άρχισε να δείχνει
το άλλο του πρόσωπο και να διαψεύδει τις αυταπάτες που διατηρούσαν αρκετοί
νεοδιόριστοι, κρίνοντας από τον τρόπο της πρόσληψής τους.
Μια από τις πρώτες
περιπτώσεις, όπου αυτή η πελατειακή όψη εκφράστηκε με απροκάλυπτα έντονο τρόπο,
ήταν η συμμετοχή των υπαλλήλων στο πρόγραμμα ανταλλαγής Δημοσίων Υπαλλήλων
«ΚΑΡΟΛΟΣ», υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εκεί γύρω στο 1993,
η υπάλληλος Α.Σ. διάβασε μια μέρα στην εφημερίδα τη δήλωση του τότε Υπουργού
Εσωτερικών Κούβελα, ότι ενώ δίνεται η ευκαιρία στους δημοσίους υπαλλήλους να
αποκτήσουν πολύτιμη γνώση και εμπειρία μέσω της συμμετοχής τους στο πρόγραμμα
«ΚΑΡΟΛΟΣ», αυτοί δεν δείχνουν επιθυμία συμμετοχής, αποδεικνύοντας το χαμηλό
επίπεδο ενδιαφέροντός τους για την αναβάθμιση της Δημόσιας Διοίκησης.
Όταν το διάβασε
αυτό, η Α.Σ. ήλθε σε επαφή με το αρμόδιο Υπουργείο (Εσωτερικών τότε), όπου η
υπάλληλος (κα Βερυκάκη, όνομα που το θυμάται πάντοτε με πολλή εκτίμηση) την
ενημέρωσε ότι όλοι οι υπάλληλοι έχουν δικαίωμα αίτησης και η επιλογή τους θα
γίνει όχι από την ελληνική διοίκηση, αλλά από την ευρωπαϊκή. Η αίτηση
υποβαλλόταν απ’ ευθείας στο Υπουργείο Εσωτερικών με ενημέρωση της Υπηρεσίας,
όπου υπηρετούσαν, η οποία έπρεπε να συναινέσει.
Καινούργια
υπάλληλος η Α.Σ., ακόμη δόκιμη, απευθύνθηκε στον διευθυντή της, ο οποίος παρ’
ότι της έδωσε να καταλάβει ότι υφίστατο πιέσεις σχετικά με το θέμα, της είπε
καθαρά: «δεν μπορώ να έχω αντίρρηση για
σένα, όταν έχω συμφωνήσει να κάνουν αίτηση και άλλες υπάλληλοι της ίδιας σειράς
με σένα».
Η Α.Σ., λοιπόν,
ακολουθώντας απολύτως τις νόμιμες διαδικασίες, έκανε την αίτηση στο Υπουργείο
Εσωτερικών με κοινοποίηση στη Διεύθυνση Προσωπικού του Γενικού Χημείου του
Κράτους.
Πριν αλέκτωρ
λαλήσει τρις, εκλήθη για πρώτη φορά από την Διευθύντρια Προσωπικού κα Ε.Π., η οποία εν εξάλλω καταστάσει της
ζήτησε το λόγο για την αίτηση αυτή, αφού πρώτα αποκάλεσε το τμήμα της
Υπηρεσίας, στο οποίο είχε τοποθετηθεί και υπηρετούσε η Α.Σ., «επαναστατική γιάφκα». Στην ερώτηση
της Α.Σ. εάν ο Υπουργός Εσωτερικών ήταν
«επαναστάτης» η κα Ε.Π. τάχασε και απάντησε «όχι βέβαια». Τότε η Α.Σ. της ανέφερε
το άρθρο του Υπουργού που είχε διαβάσει και τη σχετική συναίνεση του Διευθυντή
της, τον οποίον η Ε.Π. κάλεσε πάραυτα για να επιβεβαιώσει τα λεγόμενα. Προς
τιμήν του, ο εν λόγω Διευθυντής δεν
έκανε πίσω. Τότε, η Ε.Π. έβγαλε από το συρτάρι της τις αιτήσεις δύο συναδέλφων,
οι οποίες είχαν μπει στην ίδια σειρά με την Α.Σ., τις κατονόμασε και είπε ότι
«εμείς θέλουμε να πάνε στο ΚΑΡΟΛΟΣ υπάλληλοι, οι οποίοι θα χρησιμοποιήσουν
αυτήν την εμπειρία για το καλό της Υπηρεσίας». Έκπληκτη η Α.Σ. έκανε την
παρατήρηση, «από πού πηγάζει ότι εγώ δεν θα χρησιμοποιήσω αυτήν την εμπειρία
για το καλό της Υπηρεσίας, και γενικότερα πώς είναι δυνατόν να διαχωρίζετε με
αυτόν τον τρόπο τους υπαλλήλους;»
Η Ε.Π. κατάλαβε ότι
δεν επρόκειτο να πετύχει τον σκοπό της που ήταν η ανάκληση της αίτησης από την
Α.Σ. και την έδιωξε από το γραφείο της.
Η Α.Σ., θορυβημένη,
απευθύνθηκε στο Δ.Σ. του Συλλόγου ενημερώνοντάς τους για την συμπεριφορά της
προσωπάρχου Ε.Π. προσδοκώντας ότι το Δ.Σ. θα κάνει κάποιες ενέργειες. Το Δ.Σ.
του Συλλόγου δεν έκρινε σκόπιμο να προβεί σε καμία ενέργεια και το μόνο που της
είπε η τότε πρόεδρος του Δ.Σ.. ήταν ότι η συγκεκριμένη προσωπάρχης ήταν
χουντικής νοοτροπίας και όταν μπήκαν τα τανκς στο Πολυτεχνείο είχει πεί «καλά
να πάθουνε» για τους νεκρούς της εξέγερσης.
Η αντίδραση της
Ε.Π. οφειλόταν προφανώς στην θέληση του κυρίαρχου συστήματος να μην μπουν στο
παιγνίδι και άλλοι υπάλληλοι και στην επίγνωση ότι εάν αποστέλλονταν όλες οι
αιτήσεις, δεν ήταν καθόλου σίγουρο ότι θα επιλέγονταν οι «ευνοούμενες» του,
δεδομένου ότι την επιλογή την έκαναν οι Υπηρεσίες της Ε.Ε. Έτσι, σε πρώτη φάση το Γ.Χ.Κ. προτίμησε να μην συμμετάσχει καθόλου στο
πρόγραμμα «ΚΑΡΟΛΟΣ».
Μετά από λίγο
χρόνο, όμως, επανήλθε η πρόσκληση για συμμετοχή στο ΚΑΡΟΛΟΣ. Εν τω μεταξύ, είχε
αλλάξει η κυβέρνηση και ο ειδικός γραμματέας του Γ.Χ.Κ., ενώ η Ε.Π. παρέμενε
στη θέση της. Η Α.Σ. ενημέρωσε κάποιους συναδέλφους για το θέμα και αυτή τη
φορά κάποιοι συνδικαλιστές επενέβησαν στο νέο ειδικό γραμματέα, ο οποίος
απαίτησε να γνωστοποιηθεί η πρόσκληση σε όλες/ους τις/τους συναδέλφους και να συναινέσει το Γ.Χ.Κ. για
όλες τις αιτήσεις, οι οποίες θα αποστέλλονταν στην Ε.Ε., η οποία και θα επέλεγε
τους συμμετέχοντες.
Πράγματι, βγήκε η
σχετική πρόσκληση, αλλά και πάλι η Ε.Π. μη μπορώντας να αλλάξει τη φύση της,
έκανε διακριτική αποστολή, εξαιρώντας κάποιες Υπηρεσίες. Με νέα παρέμβαση των
συνδικαλιστών, ο Ειδικός Γραμματέας αγανακτισμένος κάλεσε την Προσωπάρχη να
δράσει επιτέλους με τον ορθό τρόπο.
Έτσι, λοιπόν,
όσες/οι ήθελαν, υπέβαλαν την αίτησή τους, και στο τέλος, αν δεν κάνω λάθος,
όλοι πρέπει να έγιναν δεκτοί σε διαδοχικά χρονικά διαστήματα (αξίζει να
σημειωθεί ότι οι στην πρώτη φάση ευνοούμενες της Ε.Π. δεν συμμετείχαν στο ΚΑΡΟΛΟΣ). Η Α.Σ.
έγινε δεκτή στον πρώτο κύκλο συμμετεχόντων. Όταν στο εισαγωγικό σεμινάριο
ρώτησε την υπεύθυνη κα Arianne van der Klugt,
πώς έγινε η επιλογή, της απάντησε ότι δεδομένων των συγκεκριμένων οικονομικών
πόρων, δόθηκε χρονική προτεραιότητα αναλόγως των προσόντων των υποψηφίων,
δηλαδή προηγούνταν οι υποψήφιοι με τα περισσότερα προσόντα, ώστε να
διασφαλιστεί ότι δεν θα μείνουν απ’ έξω αυτοί που κρίθηκαν με περισσότερα
προσόντα, λόγω εξάντλησης πόρων.
Συνεπώς, με τα
κριτήρια της Ε.Ε. η Α.Σ. συγκαταλεγόνταν στους πλέον προσοντούχους υποψηφίους, ενώ
με τα κριτήρια της Διοίκησης του Γ.Χ.Κ. δεν συγκαταλεγόταν καν στις υπαλλήλους,
οι οποίες θα διέθεταν την εμπειρία τους για το καλό της Υπηρεσίας.
Έχουν περάσει
έκτοτε πάνω από είκοσι χρόνια. Το ερώτημα για το τι έχει γίνει αυτά τα χρόνια,
όσον αφορά την πελατειακή νοοτροπία, παραμένει ζωντανό και επίκαιρο όσο ποτέ.
Έχει γίνει πρόοδος, οπισθοδρόμηση, στασιμότητα ;
Κατά την άποψή μας,
επιχειρήθηκε μια πρόοδος τη δεκαετία του 1990 με ορατά μεν, αλλά κάτω του
αναγκαίου, αποτελέσματα. Αυτή όμως η πρόοδος υποχώρησε πολύ από τα μέσα της
δεκαετίας του 2000, για να εξανεμιστεί εντελώς τα τελευταία χρόνια, ειδικά μετά
την «ανεξαρτητοποίηση» της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων και τώρα Ανεξάρτητης
Αρχής Δημοσίων Εσόδων.
Σήμερα, το
πελατειακό σύστημα έχει γίνει καθεστώς, χωρίς καμμία αιδώ και καμμία αντίσταση
πλέον, τόσο που σε λίγο θα θεωρείται ως αυτονόητη και αξιωματική λειτουργία των
Υπηρεσιών. Το βλέπουμε σε όλα τα επίπεδα, από την κορυφή μέχρι τα νύχια.
Από τον Διοικητή
της ΑΑΔΕ μέχρι τον Προϊστάμενο του Τμήματος, η Υπηρεσία αντιμετωπίζεται ως
ιδιοκτησία των «ανωτέρων».
Η επιλογή των
προϊσταμένων γίνεται με αδιαφανή και πελατειακά κριτήρια (τα διάφορα δήθεν
κριτήρια που κατά καιρούς δημοσιεύονται αποτελούν απλώς προσχήματα)
Η αντιμετώπιση των
υπαλλήλων γίνεται με βάση τις διαπροσωπικές και κομματικές σχέσεις.
Η ανάθεση των
καθηκόντων γίνεται επιλεκτικά, ώστε άλλοι να αναδεικνύονται και άλλοι να
θάβονται.
Αποτέλεσμα: οι
συμμετέχοντες στο πελατειακό club επιπλέουν
επί όλων των καταστάσεων, ενώ οι ικανοί μεν υπάλληλοι που, ωστόσο, δεν
θυσιάζουν την αξιοπρέπειά τους στην εξυπηρέτηση των «άνωθεν εντολών»,
περιθωριοποιούνται.
Με λίγα λόγια, το
πελατειακό σύστημα θριαμβεύει, επιτρέποντας σε κάποιους να αντιμετωπίζουν το
Δημόσιο ως «δικό τους μαγαζί», φυσικά μόνο για καρπούνται τα οφέλη και τη νομή
της εξουσίας, σε αντίθεση βεβαίως με τον ιδιωτικό τομέα, όπου αυτοί που έχουν
το μαγαζί βάζουν το χέρι στην τσέπη, όχι μόνο για να εισπράξουν, αλλά και για
να πληρώσουν.
Δυστυχώς, όμως, με
αυτές τις πρακτικές φτάσαμε στην κατάσταση, όπου το μαγαζί κινδυνεύει με
χρεωκοπία και κανείς δεν γνωρίζει τι θα επικρατήσει, όταν τελειώσουν τα ψέματα.
Ίσως, λοιπόν, το
θέμα αυτό, να έπρεπε να απασχολήσει όλους μας και πρωταρχικά τα συνδικαλιστικά
μας όργανα, τα οποία έπαιξαν τεράστιο ρόλο στην επικράτηση του πελατειασμού,
αλλά τώρα ίσως έχουν αρχίσει να αντιλαμβάνονται ότι σε λίγο δεν θα έχουν καν
λόγο ύπαρξης, γιατί βεβαίως δεν αρκεί η αναρρίχηση των συνδικαλιστών σε
«ανώτερες» θέσεις.
Προτείνεται,
λοιπόν, στα συνδικαλιστικά όργανα από τα πρωτοβάθμια σωματεία έως τις ανώτερες
βαθμίδες, πριν είναι πολύ αργά, να αναλάβουν μια καθολική εκστρατεία με
αντικείμενο και στόχο:
Η Σκοτεινή Πλευρά του Φεγγαριού
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου