Το δικαίωμα αντίστασης του άρθρου 120
παρ.4 εισήχθη στο Σύνταγμά μας το 1975, ως απάντηση στη βίαιη κατάλυση του
πολιτεύματος με το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967.
Στην ιστορία των
δημοκρατιών πάντως, το δικαίωμα αντίστασης είναι πολύ παλαιότερο και αποτελεί
κεκτημένο του πολιτικού και συνταγματικού μας πολιτισμού. Οι ρίζες του
βρίσκονται ήδη στην Μαγκνα Κάρτα του 1215: Η πίστη και υπακοή στον άρχοντα είχε
ως αμοιβαίο αντάλλαγμα την υποχρέωσή του να προστατεύει τον υποτελή υπήκοο, και
έπαυε όταν ο άρχοντας δεν πληρούσε την υποχρέωσή του αυτή..
Αυτή η
«συναλλακτική» αντίληψη της υποχρέωσης υπακοής στους νόμους αποτελεί και τη βάση
της έννοιας του «κοινωνικού συμβολαίου», που διαμόρφωσαν ο Locke και ο Rousseau,
και στην οποία στηρίζεται όλη η θεωρία του συνταγματικού δημοκρατικού κράτους: Η
κοινωνική συμβίωση βασίζεται σε μια πρωταρχική, θεμελιώδη συμφωνία μεταξύ των
πολιτών και της πολιτικής εξουσίας, συμφωνία γύρω από τις θεμελιώδεις αρχές της
κοινωνικής συμβίωσης. Οι πολίτες δέχονται να υπαχθούν στις επιταγές της
πολιτικής εξουσίας με αντάλλαγμα την προστασία των θεμελιωδών τους δικαιωμάτων.
Η συμφωνία αυτή καταγράφεται στο Σύνταγμα, που κατοχυρώνει τα θεμελιώδη
δικαιώματα των πολιτών και ρυθμίζει την άσκηση της πολιτικής εξουσίας. Όταν
όμως η πολιτική εξουσία παραβιάζει το Σύνταγμα σε βαθμό ώστε να κλονίζονται οι
θεμελιώδεις αρχές της κοινωνικής συμβίωσης, και να καταλύεται στην πράξη η
πρωταρχική συμφωνία, ο πολίτης αποδεσμεύεται από αυτήν. Στην περίφημη «Διακήρυξη των δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη» της γαλλικής Επανάστασης, που
αποτελεί ένα από τα θεμελιώδη κείμενα του ευρωπαϊκού συνταγματικού πολιτισμού, η
αντίσταση στην τυραννία καταγράφεται ως ένα από τα φυσικά και απαράγραπτα
δικαιώματα του ανθρώπου.
Το δικαίωμα αντίστασης του άρθρου 120 παρ.4 του
Συντάγματος δεν αφορά απλά την περίπτωση όπου ένας νόμος ή μια πράξη της
πολιτικής εξουσίας είναι αντίθετα με το Σύνταγμα. αλλά κάτι πολύ περισσότερο από
αυτό. Αφορά την περίπτωση όπου οι πράξεις της πολιτικής εξουσίας συνιστούν - όχι
μόνον άμεσα, αλλά και έμμεσα - «κατάλυση με τη βία του Συντάγματος». Όταν δηλαδή
η πολιτική της κυβέρνησης καταλήγει να προσβάλλει τις θεμελιώδεις αρχές του
Συντάγματος στις οποίες στηρίζεται το «κοινωνικό συμβόλαιο» κυβέρνησης και
πολιτών, όπως η μορφή του πολιτεύματος, οι οργανωτικές του βάσεις ή το αξιακό
σύστημα που πραγματώνει το Σύνταγμα.
Όπως η πολιτική ανυπακοή, έτσι και το
δικαίωμα αντίστασης είναι το ultimum refugium για τον πολίτη όταν οι εγγυήσεις
και οι μηχανισμοί που το ίδιο το Σύνταγμα προβλέπει για την τήρησή του, όπως
π.χ. η προσφυγή στα δικαστήρια, δεν λειτουργούν. Πηγάζει στην πραγματικότητα από
την ίδια την υποχρέωση των πολιτών να τηρούν το Σύνταγμα, όπως άλλωστε προβλέπει
ρητά και το άρθρο 120 παρ. 4, που επαφίει την τήρηση του Συντάγματος στον
πατριωτισμό των Ελλήνων. Το Σύνταγμα προβλέπει εξ άλλου στο άρθρο 120 παρ.2 πως
«ο σεβασμός στο Σύνταγμα και τους νόμους που συμφωνούν με αυτό και η αφοσίωση
στην Πατρίδα και τη Δημοκρατία αποτελούν θεμελιώδη υποχρέωση όλων των Ελλήνων».
Το δικαίωμα αντίστασης
αποτελεί δικαίωμα και υποχρέωση των Ελλήνων να υπερασπίζονται το Σύνταγμα όταν
οι πράξεις της πολιτικής εξουσίας ισοδυναμούν με κατάλυσή του. Είναι θεμελιώδες
στοιχείο της λαϊκής κυριαρχίας, μάλιστα στην αυθεντική και πρωτογενή της μορφή
ως έκφραση της ίδιας της συντακτικής εξουσίας.
(το απόσπασμα μας έστειλε ο Ηλίας Κωτσόπουλος)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου